Τετάρτη, Μαΐου 31, 2006

ΜπΛε

















Θα ξανανεβώ, πάνω στο σχοινί/

πάνω στο σχοινί το τεντωμένο/
και έχω μυστικό, είναι μυστικό
το ίδιο λάθος πάντα πως το καταφέρνω/

κι έτσι ξαφνικά θα βρεθώ με μιας/
κάτω απ' το σχοινί στο χώμα τσακισμένος/
μην ενοχλείστε κύριοι, είναι ευχαρίστηση μου/
κάθε βραδιά εδώ μπροστά σας να πεθαίνω/

Δευτέρα, Μαΐου 29, 2006

DeLiRiUm TrEmEnS

Ο βυθός έχει την αιθαλώ και το χρώμα των βραδινών ονείρων.
Κάνω ένα μακροβούτι και απολαμβάνω την παχύρρευστη σιωπή του νερού. Δε λατρεύεις τον ήχο της σιωπής μέσα στο νερό;Το καράβι του Οδυσσέα χάθηκε στο βάθος του ορίζοντα,κάτσαμε για λίγο στον βαθυγάλανο κόλπο να αναπνεύσουμε κανονικά,
κι έπειτα σκαρφαλώσαμε στα κοφτερά βράχια,πιο κοντά στον ουρανό ,πιο ψηλά από τη θάλασσα.
Τοπίο σαν σελήνη...αν δεν ούρλιαζε από κάτω η θάλασσα...σελήνη
Η επικάλυψη της αλμύρας στο ζαρωμένο δέρμα,το ιώδιο στη μνήμη.
Σκαρφαλώσαμε στα κοφτερά βράχια θέλοντας να ανακαλύψουμε τη θέα στο άπειρο,μιλώντας μαζί της την γλώσσα του ουρανού και της θάλασσας. Θυμήθηκα την ταινία του Godard "Le mepris", το πρόσωπο της Bardot πιο νέο από ποτέ, σκαρφάλωσε μέσα από το κύμα.
Σε κοίταξε και μετά με ρώτησε: "Τι παρακαλάει το κύμα,γλύφοντας το βράχο,τόσους αιώνες; Και ο βράχος ανένδοτος,ασάλευτος χωρίς σχήμα το επιτηρεί;
Τι κακό έχει συμβεί;"
Δεν της απαντάω, η σκιά της μεγαλώνει πάνω μου καθώς απομακρύνεται.
Εξακολουθεί να με κοιτά με το βλέμμα χιλιάδων ταινιών,αυτό το βλέμμα που τώρα δα δεσπόζει ως δυνάστης και γίνεται μάρτυρας του έγγαμου σπαραγμού μου.
Η υπέροχη μουσική του Georges Delure εξερευνά την σπηλιά της ακουστικής μου κοιλότητας,φτάνει ως τον λάρυγγά μου και τον υγραίνει.
Την καταπίνω.
Μην γυρίσουμε πίσω…ποιος ο λόγος να είμαστε σαν το κύμα με το βράχο;
Τα βράχια όλο και ψηλώνουν σε ακολουθώ σαν ασθματική πεταλούδα.
Δε θέλω να γυρίσω,προτιμώ να ετοιμάσω την αυτοχειρία μου από τους βράχους της περιφρόνησης.

Παρασκευή, Μαΐου 26, 2006

ΣτΟν ΠοΛυΕλΑιΟ ΤωΝ μΑτΙώΝ ΣοΥ











Ερμητικά κλειστή και συνήθως μόνη, παραπατάω κουβαλώντας τα λάθη των άλλων
Στην τσέπη μου έχω ακόμα σαν βαρίδια για να με κρατούν τα τελευταία σου λόγια.
Προχτές έσκισα τον πάτο της τσέπης μου και άφησα τα λόγια σου να πέσουν
Σε άφησα μαζί τους
Προχτές όλα αυτά...Σήμερα λοιπόν σε ξαναείδα και σκέφτηκα ποια θα μπορούσες να ήσουν αν δεν ήσουν το λάθος μου

Το τίποτα ίσως.Ακόμα λοιπόν και σαν λάθος μου σου έδωσα μια αξία.Χαμογέλασα και πήγα να κρυφτώ σε δωμάτια χωρίς τέλος, εκεί που δουλεύω ως σκηνοθέτις τρέιλερ.


αναμένω/άννα μένω/αναμμένο πρόσωπο αναμμένο/κάρβουνο αναμένω κάτι να συμβεί/κάτι καλό και κακό μαζί κάτι που θα μου μείνει αξέχαστο/να αλλάξω δέρμα να γεμίσω χρώματα/να καώ και να καούν όλα μαζί μου να γεννηθώ σαν καινούργια ιδέα από το κεφάλι κάποιου δημιουργού να γεμίσω ελπίδες/λεπίδες/δες κάτι λέπια σαν το ψάρι/έτσι που έγινα τηρώ σιγή ιχθύος αναμένω κάτι να συμβεί/με το βλέμμα αναμμένο και στραμένο στον πολυέλαιο των ματιών σου

Πέμπτη, Μαΐου 25, 2006

ΚύΡιΟι, ΣκΟτΩσΤε Τη ΜνΗμΗ


Είδα οτι ήρθε και με βρήκε,κρατούσε στο χέρι της παλιές δικές της φωτογραφίες.
Την παρακάλεσα να μου της δώσει,έφυγε επιδεικτικά,την έχασα.
Την ξαναβρήκα μέσα σε μια μεγάλη σάλα γεμάτη κόσμο.
Αυτή ήταν τώρα ντυμένη νύφη και τραγούδαγε υπέροχα,όπως τότε.
Την πλησίασα ,ανασηκώθηκα στις μύτες των ποδιών μου για να την φιλήσω,με αγκάλιασε θερμά και ένιωσα μαζί της όπως τότε.
Ξύπνησα μούσκεμα,έκλαιγα με αναφιλητά πολύ ώρα.
Μου ήρθε να χαρακώσω το δέρμα μου να φύγει από κει όλος αυτός ο πόνος.Να ανακουφιστώ.
Με είχε κυριεύσει ένα αίσθημα οδύνης και μολύβδινης θλίψης..
Σκέφτομαι τότε πριν 3 χρόνια...όταν μας άφησες
Τα τελευταία σκουπίδια που είχαν μέσα πράγματα γιαγιάς και πετάχτηκαν,
τα δύο τελευταία γιαούρτια που θα έτρωγες ακόμα στο ψυγείο ανυποψίαστα,η μαρμελάδα σου που μόλις τελείωνε.
Στην απλώστρα στέγνωναν 3 νυχτικές από την χτεσινή μπουγάδα.Δεν ξέραμε ακόμα.
Ζούσαμε στους ρυθμούς της ζωής που τρέχει μπροστά.
Το νερό με το καλαμάκι ακόμα στο γραφείο. Ήπιες λίγο πριν φύγεις.
Ακόμα υπάρχουν όλα όσα έκανες,νωπά όσο και ένα κακάδι πάνω στην πληγή
Πόνος φρέσκος σαν πάστα κεράσι,κόκκινος σαν αίμα,ρέει μέχρι να φύγει, να τελειώσει και αυτός
Μπαγιατεύουν όλα αργά και σταθερά
Δεν έχω αποφασίσει ακόμα πως θέλω να σε θυμάμαι
Πιο νέα ίσως,πιο χρωματισμένη ,όχι λευκή
Πονάω πιο συχνά χωρίς εσένα.
Βλέπω τα πάντα όπως τότε,την ακινησία σου και το ξένο χρώμα στο πρόσωπο,
βλέπω τον άντρα που σε κουβάλησε στα χέρια του σα να ήσουν νύφη,
μα δεν ήσουν.
Δεν ξέρω αν θα σε ξαναδώ ποτέ, πέρα από τα ονειρά μου
Δεν ξέρω τι θα φοράς και πως θα μοιάζεις τότε.
Θέλω μόνο να ξέρεις οτι γιαγιά μου υπήρξες μόνο εσύ..δεν χάνεται η ενέργεια,
η ψυχή σε κυκλωνει.
Με προστατεύεις,το νοιώθω.
Πέρασαν 3 χρόνια και θα πρέπει να σε πάρουμε απο κει
Δεν ξέρω,τι άλλο να νοιώσω για να σου πω,είμαι σκόρπια για τώρα.
Πότε θα σε ξαναδω;

Τρίτη, Μαΐου 23, 2006

ΑνΑμΟνΗ...

*********
Ο έρωτας.... Υπάρχει μιά δοκιμασία που όπως λες δεν έχεις ακόμα περάσει (πόσο δεν το πιστεύω). Σου λείπει ένας βαθμός απο τη μύηση του ανθρώπου. Ο Πλάτωνας έλεγε ότι ο έρωτας είναι μια νοηματική ασθένεια. Εγώ πιστεύω οτι ο έρωτας είναι σαν είδος αρρώστιας, υποχρεωτικής, απο εκείνες που περνάει ο άνθρωπος σε ορισμένη ηλικία. Αλλά μπορεί και όχι..καμιά φορά τυχαίνει η ηλικία που θα βγάλεις την αρρώστια αυτή να είναι και το τέλος του δικού σου χρόνου.Για φαντάσου, να αναμένεις θάνατο και έρωτα μαζί. Όλοι είμαστε σε αναμονή.. Δε μου αρέσει ο έρωτας. Μουτζουρώνει, αφήνει πληγές,ουλές και ίχνη.Σιχαίνομαι τα ίχνη. Ίσως τελικά ο έρωτας να είναι για τους πιο δυνατούς..

******************************************************
Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι που δεν είναι σίγουροι αν τους αγαπάνε..
..κι όμως ξαφνικά..ακούμε:σ'αγαπώ..

Κυριακή, Μαΐου 21, 2006

Πώς Να Κρατήσω Το Φως Που Βασιλεύει



Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις

Σιγά-σιγά ξεχαστήκαμε κι οι δύο
σ’ ένα λιμάνι γεμάτο σκουριά
σιγά-σιγά μου ψιθύρισες αντίο
κι έριξες πέτρα πίσω σου βαριά.

Πώς να κρατήσω το φως που βασιλεύει
πώς να λυγίσω τα βουνά;
Είναι αργά αργά αργά αργά
τ’ όνειρο να χτίσουμε ξανά.
Ποιους ταξιδιώτες ποιας νύχτας να ρωτήσω
για να μου πούνε αν σε είδαν πουθενά;

Σάββατο, Μαΐου 20, 2006

ΌχΙ άΛλΟ κΑρΒοΥνΟ




Αντισταθείτε

σ' αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια στα γλυκερά τραγούδια με
τους θρήνους ,στους θεατές, στον άνεμο
σ' όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε
μένα ακόμα που σας
ιστορώ αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε
προς την Ελευθερία.
(Μιχάλης Κατσαρός)



Πέμπτη, Μαΐου 18, 2006

ΣτΟ μΙξΕρ ΤοΥ dA ViNcI


Το δημοφιλές μυθιστόρημα Κώδικας ντα Βίντσι του Νταν Μπράουν
αιχμαλώτισε τη φαντασία εκατομμυρίων αναγνωστών, οι οποίοι ζητούν να μάθουν τι είναι αλήθεια και τι μύθος.
Kαι είναι αυτό που θα δημιουργήσει την κοσμοχαλασιά στις αίθουσες
Αφού ο κόσμος έλυσε όλα τα άλλα του ερωτήματα,αποφάσισε ν’ απαντήσει στο καίριο:Παντρεύητηκε πράγματι ο Ιησούς τη Μαρία τη Μαγδαληνή;
Ήταν άραγε μαθήτρια του,που μάλιστα έγραψε και δικό της ευαγγέλιο;
Έκανε παιδί;
Άνηκαν πράγματι οι ιδιοφυίες της τέχνης και των επιστημών όπως ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι και ο Ισαάκ Νεύτων,σε μυστικές αδερφότητες που κρατούσαν και προστάτευαν επτασφράγιστα ανατρεπτικά μυστικά;
Τα ερωτήματα θα μπορούσαν να είναι εκατοντάδες,ακριβώς γιατί ρωτάμε επί παντός επιστητού.
Λίγη σοβαρότητα ρε παιδιά η σοβαρότητα δεν είναι φασισμός
Το να βγαίνει ο καθένας που συνδύασε κάποια πράγματα, ανακατεύοντας το αληθές με το φανταστικό και να γράφει λίβελους είναι το λιγότερο υβριστικό. Αλήθεια ποιον αφορούν όλα αυτά; Είπα πως δεν θα πέσω στην παγίδα,όμως μου δημιουργεί έκπληξη πως τόσο ξαφνικά, 2000 χρόνια μετά, ακόμη συνεχίζεται μια συζήτηση δίχως πραγματικό υπόβαθρο.
Δεν έχω διαβάσει ακόμα το βιβλίο και δεν γνωρίζω αν θα βρεθώ στις αίθουσες φάτσα κάρτα με την Οντρέ Τοτού - που τόσο πολύ με ξετρελαίνει το προσωπό της-για να παρακολουθήσω το σπάσιμο του κώδικα.
Γνωρίζω καλά όμως πως ο κόσμος μας έχει μεταμορφωθεί σε ένα απέραντο φρενοκομείο-κατιναριό και έχει ρίξει το επίπεδο των πάντων σα να ήταν πρωτοσέλιδα στην «ciao» και στην «traffic»,ρίχνωντας έτσι την οποιαδήποτε συζήτηση σε επίπεδο πλυσταριού.
Δεν ξέρω τι φταίει,ειλικρινά ,είναι πολλά πράγματα που έχουν αλλάξει τη ράτσα μας,εκτός αν πάντα υπήρχε κατασκευαστικό λάθος, από την απαρχή του γένους. Νοιώθω οτι ζούμε χαλαρά και αβίαστα το τέλος του κόσμου,χωρίς να το έχουμε συνειδητοποιήσει. Αυτοκαταστρεφόμαστε και τρελλαινόμαστε για μα μην ζήσουμε με πόνο το τέλος μιας εποχής,ενός κόσμου που φτύνει τα εντερά του αιμορροώντας σε κάθε του βήμα .
Θεωρώ επίσης πως το να είσαι νοήμων και λογικός άνθρωπος σε περιθωριοποιεί πια σε μειονότητα που αρχίζει και ενοχλεί την πλειονότητα
Κανένας κώδικας δεν θα φέρει πίσω την όποια αλήθεια.Αυτή υπάρχει μέσα στον καθένα μας που αν ασχοληθεί σοβαρά έστω και για μια φορά θα μπορέσει να αφουγκραστεί τη γλώσσα του απείρου.
Και αυτό δεν είναι ποιήση παίδες είναι η φρικαλέα και στενάχωρη αλήθεια και α-λήθεια σημαίνει κάτι που δεν μπορεί να ξεχαστεί.

Νομίζω οτι ο δικός μας κώδικας έχει σπάσει.

Είμαστε η λήγουσα του κόσμου και λήγουσα θυμίζουμε, είναι η τελευταία συλλαβή κάθε λέξης.


P.S :Εμείς,
ο καθένας από μας,
κρατάμε μέσα στη γροθιά μας
τους κινητήριους ιμάντες του σύμπαντος

Εϊ, σείς που σουλατσέρνετε,
βγάλτε τα χέρια από τις τσέπες.
Πάρτε μαχαίρι, πέτρα, μπόμπα,
κι αν είν' κανείς σας δίχως χέρια
ναρθεί να χτυπηθεί με κουτουλιές.

Στον ουρανό, σα Μαρσεγιέζα κόκκινη,
σφαδάζει ψοφώντας η δύση.
Ολα πια είναι μιά τρέλλα.

ΣΥΓΝΕΦΟ ΜΕ ΠΑΝΤΕΛΟΝΙΑ
ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ


Τετάρτη, Μαΐου 17, 2006

ΤαΞιΔεΥοΝτΑς


















Κάποιες φορές αυτά που γράφω είναι μια διέξοδος,άλλοτε μια εξομολόγηση,

η μια βαρετή σάχλα
Κάποτε μια αμαρτία που ελλοχεύει.Γνωρίζω πως ζωή δεν είναι λέξεις,αλλά δεν ξέρω πως μπορώ να τις λιντσάρω όταν έρχονται βαμμένες- γεμάτες επίθετα και προσδιορισμούς,ουσιαστικά και ληγμένους χρόνους των ρημάτων: Θύμαμαι, πονάω, ψάχνομαι να με βρούν κάτω από την αστερόεσσα σκέπη.
Έχω μάθει να ζώ μέσα από λέξεις-σκέψεις που με ταξιδεύουν σε υδαρή τοπία παραγράφων..
Κοιτάω στους ώμους τα φτερά που υποκλίνονται,γιατί δεν ξέρουν τι αλλό να κάνουν έτσι αχρείαστα που τα έχω.
Ανοίγω τα συρτάρια και ξανακοιτάω τους χάρτες μου.
Κάποτε έβαλα μπροστά,να πετάξω κάπου συγκεκριμένα.Δεν τα κατάφερα.
Δεν ξέρω πως να ανυψώσω το σώμα μου,μόνο τον μέσα μου ουρανό γνωρίζω.
Δεν ξέρω ούτε χάρτες να διαβάζω,ούτε γεωγραφία γιγνώσκω.Το μόνο που μου αρέσει είναι να χαιδεύω με τα ακροδάχτυλά μου τους ποταμούς που θυμίζουν γαλάζιες φλέβες
Χυμένο μελάνι!
Υπάρχουν άνθρωποι που δεν ταξίδεψαν ποτέ,ποιός ξέρει γιατί;Πήραν το δρόμο για ταξίδια που δεν έκαναν ποτέ,παρά μόνο με την δύναμη της φαντασίας τους με αφετηρία το δωμάτιο που έμεναν η την ταπετσαρία που κάλυπτε τον απέναντι τοίχο.
Λιμάνια ψεύτικα,πόλεις ανύπαρκτες,γέφυρες, ποταμοί στριμωγμένοι μέσα σε παλιές πόλεις,πράσινα λιβάδια,γαλάζιοι ουρανοί γεμάτοι φουσκωτά σύννεφα,σα μπαμπάκια εμπορίου.
Είδαν τόσα μέρη χωρίς να φύγουν ποτέ.Ταξίδεψαν με τις λέξεις και εσάς και εμάς.
Χυμένο μελάνι!
Όσο μακριά και να πάμε ,όσο ψηλά και αν πετάξουμε ποτέ δεν θα βγούμε από τις αισθήσεις μας,που περιγράφονται με λέξεις, που πολλαπλασιαζόμενες θα γεννήσουν παραγράφους,κεφάλαια,περιεχόμενα Κάπως έτσι και τα μεγάλα ταξίδια του νου.
Χυμένο μελάνι!

Ανοίγω το παράθυρο να πάρω μυρωδιά μαγιάτικου βραδιού,χαζεύω τα αυτοκίνητα που με τα φώτα τους γαζώνουν το μαύρο μπατζάκι της νύχτας.Κοιτάω κάτω από το κάγκελο του μπαλκονιού,μια σκέψη αστραπή με ανατριχιάζει:Πόσο εύκολο είναι να ξεφορτωθείς τον εαυτό σου, όντας σκοτεινός σα μελάνι;Μόνο ταξιδεύοντας και αδειάζοντας τον σα χυμένο μελάνι!

Δευτέρα, Μαΐου 15, 2006

Ακούστε το θρήνο του Φλομπέρ στη Μαντάμ Μποβαρί



«Η αλήθεια είναι ότι η πληρότητα της ψυχής μπορεί μερικές φορές να υπερχειλίσει σε μια απόλυτη κενότητα της γλώσσας, γιατί κανένας μας δεν μπορεί ποτέ να εκφράσει ακριβώς το μέτρο των αναγκών ή των σκέψεων ή των θλίψεών του. Κι η ανθρώπινη ομιλία είναι σαν στραβωμένος τέντζερης, που πάνω του χτυπάμε πρωτόγονους ρυθμούς κατάλληλους μόνο για να χορεύουν αρκούδες, ενώ λαχταράμε να παίξουμε μια μουσική που να λιώσει τ' αστέρια.»

Κυριακή, Μαΐου 14, 2006

CaNdY DaRlInG uR a StArFiSh




Το κολάζ μου αυτό είναι εξαιρετικά αφιερωμένο στη LoLiTa γιατί χωρίς να το ξέρει είναι ό λόγος που έφτιαξα blog τώρα στα γεράματα. Εβίβα!

Σάββατο, Μαΐου 13, 2006

Η ΝυΧτΑ /τΗς ΝυΧτΑς/ τΗ νΥχΤα

Πρόσωπα της νύχτας.Νυχτερινά γυμνάσια και φροντιστήρια που σχολούν.Τα βαμπίρ της νύχτας.Η δωδέκατη νύχτα,το τελευταίο νυχτερινό τραμ,οι νυχτερινές παραστάσεις,οι γυναίκες της νύχτας.Η νύχτα του ασθενούς,του γήρατος,των μοναχικών ψυχών που σκούζουν με το στόμα κλειστό,οι δύσκολες ώρες είναι πάντα τη νύχτα.Η νύχτα των θεατρικών ηρώων,η νύχτα του «Υπογείου» του Ντοστογιέφσκι.Η νύχτα στο κέντρο της Αθήνας,η νύχτα των επαιτών ,οι νυχτερινές τύψεις.Τα νυχτερινά όνειρα, ο ύπνος τη νύχτα, οι νυχτερινές σκοπιές των φαντάρων.
Τα νυχτερινά επαγγέλματα,τα ταξί τη νύχτα,τα φαρμακεία που διανυκτερεύουν.
Οι νυχτερινές βόλτες σε άλλες πόλεις,η νύχτα στη βαγδάτη,οι νυχτερινές δολοφονίες,οι νυχτερινές βόμβες,οι νυχτερινές πυρκαγιές, ο πόλεμος τη νύχτα,η δημοσιογραφική κάλυψη τη νύχτα,η νυχτερινή βάρδια 5-1
Τα νυχτερινά γυρίσματα ταινιών, ο τυφλός έρωτας τη νύχτα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου,τα νυχτερινά φιλιά.Ο χωρισμός τη νύχτα.Η «Νύχτα» του Αντονιόνι.Η νύχτα μέσα μου.Η νύχτα χωρίς εσένα.Το κλάμα τη νύχτα.
Ο χειμώνας και η νύχτα,η νύχτα του θέρους που ξεσκονίζει τα σανδάλια της,η νύχτα στο δωματιό μου με αναμένη την τηλεόραση-πορτατίφ,το γαλάζιο φως.
Τα νυχτερινά σονέτα,η νύχτα του σεισμού,η νύχτα του νου,η νύχτα η δικιά μου ψάχνει να βρει τη νύχτα τη δικιά σου.Το προσωπό σου τη νύχτα.

Παρασκευή, Μαΐου 12, 2006

ΑσΤρΟπΛόΟι ΚαΙ ΠεΖοί..

Το κορίτσι με το ξενιτεμένο σύμπαν στη ματιά καθόταν απέναντι μας. Πιο,μόνο και πιο χαμένο από ποτέ. Δεν κοίταγε, δεν μίλαγε δεν υπήρχε, παρά μόνο ανέπνεε. Ο Γ. που προλόγισε το βιβλίο με τα λόγια -στίχους της, μου είπε στο αυτί. "Το μυαλό όμως είναι ακόμα δυνατό,σα να μην το άγγιξε τίποτα ποτέ".Οδοδείκτες της μνήμης-η αξέχαστη Λιλιπούπολη των παιδικών μου χρόνων στέκεται μπροστά μου σαν ουράνια γάζα στις αιώνιες πληγές που άφησαν μέσα μου οι ρωγμές του χρόνου. Το χοντρό μπιζέλι,χαϊδεύει τον "Μάρκο" που "και τα μάτια του ακόμα και σκοτωμένα αγαπούσαν"
Την παρατηρώ κι άλλο σχεδόν αχόρταγα φτιάχνω γρήγορα τη γεωγραφία του προσώπου της που έχει αλλάξει πολύ. Μοιάζει ακόμα με την Οφηλία,λευκό δέρμα με διάφανες φλέβες,ανοιχτόχρωμα μάτια χωρίς βλέμμα,πνιγμένη στα υγρά των ηλεκτρονικών οραμάτων της.
Κανείς δεν ήρθε από τα παλιά…Λίγοι
Λες και ένα τεράστιο κρούσμα αμνησίας και σιχαμάρας να τους χτύπησε .Ξεχνάνε οι άνθρωποι,και το αποδεχόμαστε σαν κάτι τελείως φυσικό πια,σα να λέμε πεινάνε οι άνθρωποι,τρέχουν οι άνθρωποι,γελάνε!
Τρία χρόνια είχε να βγει από το σπίτι της,κι όμως αγαπάει τους ανθρώπους,τους κοιτάει ακόμα στα μάτια και τους καταλαβαίνει χωρίς προσπάθεια,χωρίς ντροπή,τους δίνει ακόμα ότι έχει,έστω και αν αυτό είναι μια υπογραφή,μια αφιέρωση σε ένα βιβλίο.
Και πολλά νέα παιδιά τρέχουν κοντά της και την ρωτάνε πράγματα,μιλάνε για τα τραγούδια της σαν να μιλάνε για τα όνειρα που είδαν χτες βράδυ.
Την παρατηρώ για τελευταία φορά πριν φύγω.
Φοράει κάτι περίεργα ροζ γυαλιά που την κάνουν να φαίνεται σαν ένα σπάνιο είδος πεταλούδας...
"Μπρένθις...η μαύρη πεταλούδα...όποιος τη δει φωνάζει το όνομα της
όποιος πενθεί αυτήν ακολουθεί
όποιος πενθεί ακολουθεί, το πέταγμα της
όμως η Μπρένθις πένθος δε γνωρίζει καν τι πάει να πει.
Κι όλοι χορεύουνε μαζί και μόνοι...."


{Πέμ. 11/5, 7 μ.μ.: Μία από τις πιο ξεχωριστές Ελληνίδες δημιουργούς, η Λ. Πλάτωνος, υπογράφει το βιβλίο "Τα λόγια της", μια συλλογή της στιχουργικής της πορείας. Για το βιβλίο και την ίδια θα μιλήσει ο Γ. Χρονάς από τις εκδόσεις Οδός Πανός.}

Τρίτη, Μαΐου 09, 2006

ΧωΡίς ΕσΈνΑ






LA TRISTESSE DURERA



LA TRISTESSE DURERA

ΠαΝσΕλΗνΟς ΓαΡ

ΚαΤάΠοΣη



















Τόσους μήνες σε κουβάλαγα στο πορτ μπεμπέ της ψυχής μου
Το βάρος σου μου άφησε σημάδι,πάει καιρός τώρα που όλο και μικραίνει.Ξέρεις αποφάσισα να σε καταπιώ.Να σε χωνέψω αργά-αργά και να περάσω τα πολύτιμα συστατικά σου στο αίμα μου,που ακόμα κοχλάζει.Είμαι ακόμα ζωντανή λοιπόν ακόμα και τώρα που σε κατάπια ολόκληρη.Ούτε μιαν αιχμή δεν μου άφησες καημένο κορίτσι.Τόσους μήνες σε κουβάλαγα, σε όλες τις διαδρομές μου αλλά δεν ωφελούσε. Από τη δουλειά στο αυτοκίνητο και από το αυτοκίνητο στο σπίτι και στη συγγραγή των σημειώσεων μου,στις μουσικές που ακούω ,στις μοναχικές μου βόλτες τη νύχτα,στα τοπία που βλέπω, στα πρόσωπα των ανθρώπων που συναναστρέφομαι.Πάντα φορτωμένη την αποσκευή σου,σε έχω τυλιγμένη γύρω από τη μέση μου σαν επώδυνο έρπητα.
Ποιός μας έχει τρομάξει τόσο και κρυβόμαστε;;Που βρήκαμε τέτοια αποθέματα εσωστρέφειας και τα μυρηκάζουμε; Υπάρχω δεν υπάρχω.Το συναισθηματικό μου κενό ανοίγει το βρομερό του στόμα προττάσοντας την καταπίονα του,θαρρώ θέλει να με αφανίσει.Δέξου με κοντά σου,ζέστανε με όπως παλιά.Ζώσου γύρω από τη μέση μου να νιώσω το ζεστό σου σώμα .Τόσοι μήνες σαν καρφίτσες μέσα μου.Έτσι αποφάσισα να σε καταπιώ ήταν το μόνο που μπορούσα να κάνω.Συγ-χωρεσέ με.(τα συναίσθηματα με κάνουν κανίβαλο.)

Δευτέρα, Μαΐου 08, 2006

Αγκαλιά εΓώ κι Εσύ


Αγκαλιά εγώ κι εσύ
στ‘ αμπαζούρ το θαλασσί από κάτω
μ‘ ένα-δυο μαρασκινό
κι ένα τσιγαράκι αγνό μυρωδάτο
Με πινάκλ ή με κουμκάν στο ντιβάνι
θα περάσει η βραδιά, τι να κάνει
κι‘ όταν φτάσει πια μισή
αγκαλιά εγώ κι‘ εσύ νάνι, νάνι
Θα κυλίσει η βραδιά πληκτική και βαριά
όμως θα 'ν‘ απαλή και ωραία
γιατί πάνε καιροί, τι αλήθεια σκληρή
που δεν κάναμε οι δυο μας παρέα
Φιλικά, στοργικά, τυλιγμένοι γλυκά
στου καπνού τις γαλάζιες τουλίπες
θα μιλάμε σιγά και θα λέμε αργά
τους καημούς, τις χαρές μας, τις λύπες

Σοφία Βέμπο

Σάββατο, Μαΐου 06, 2006

2-3 πράγματα που ξέρω γι'αυτή








Μου ξαναπρότεινε να πάμε μια βόλτα μέχρι την ταράτσα.Την κοίταζα σαστισμένη.Είχα την εντύπωση οτι ήθελε να μάθω κάτι πολύ σημαντικό.

Η πόρτα της ταράτσας ήταν κλειδωμένη,έτσι πήγαμε μια βόλτα στο κέντρο.Κομμένες νυχτερινές εικόνες.Αυτοκίνητα,μυρωδιά καυσαερίου,κίνηση και σβησμένα λόγια,θόρυβος,κάποια χάχανα,μπερδεμένες μουσικές από ανοιχτά παράθυρα.Χαλασμένα φανάρια.Φορτηγά με κόκκινα stop έτρεχαν στο χρόνο που μας άφηνε λεπτό προς λεπτό.

Μιλάγαμε ανά μακρινά διαστήματα και οι κουβέντες μας έφτιαχναν τους υπότιτλους της τόσο κινηματογραφικής μας βόλτας.. Μου θυμίζουμε απαγορευμένο ζευγάρι που έσκασε μέσα από ταινία του Γκοντάρ.Την παρατηρώ,είναι πολύ απλή σαν χωριατοπούλα κι όμως πάντα την περιβάλει μια μαγεία,ίσως γι αυτό να φταίνε τα μαύρα της μαλλιά με το μυτερό τριγωνικό τους τελείωμα. Η βραδυά είναι τελείως ανοιξιάτικη και μας κάνει να πονάμε από έναν έρωτα που μοιάζει σαν πρησμένο σπυρί, έτοιμο να σπάσει.Από έναν έρωτα που δεν υπάρχει πουθενά στα αλήθεια.Καναμε μια πολύ όμορφη βόλτα.

Όταν φτάσαμε κάτω από το σπίτι μου μου ζήτησε να την πάω σπίτι,έμενε σε προάστιο μακριά από το κέντρο.Την πήγα.Το κάνω συχνά αυτό,από μόνη μου.Σπάνια μου το ζητάει.

Στο δρόμο συζητάμε συνήθως για πράγματα που έχουν να κάνουν με την δουλειά μας.

Κάπου κάπου σχολιάζουμε την οικογένεια μας και ότι αυτή μας προκαλεί. Πάντα υπάρχει μια λανθάνουσα μορφή αμηχανίας ,όπως όταν δίνει κανείς δίπλωμα την πρώτη φορά.

Δεν τρέχω ποτέ μαζί της.Αφήνω τα φανάρια να με πιάσουν για να έχω περισσότερο χρόνο με αυτήν. Υπάρχουν βράδια που ενώ θέλουμε να πάμε για ένα ποτό δεν έχουμε λεφτά.Τώρα τελευταία νομίζω πως έχουμε δεθεί περισσότερο από κάθε άλλη φορά,και όλα αυτά τα γράφω για να μου μείνουν σαν μια καλή ανάμνηση.Τότε που η Ε. δεν θα υπάρχει πια μέσα στη ζωή μου και για κάποιο λόγο μπορεί να μην μπορώ να την βρω ούτε μέσα μου πια.

Τότε θα ανατρέχω εδω και θα την ανταμώνω μέσα από όλα αυτά .

Παρόλες τις μαυριδερές μου σκέψεις αρχίζω και συμπαθώ πολύ κάποια πράγματα που την προσδιορίζουν..Για παράδειγμα:Θυμάμαι μια φορά έιχε φάει μέσα στο αυτοκινητό μου μια τσίχλα.Δίπλωσε το χαρτάκι,άνοιξε το παράθυρο και το πέταξε απ’έξω.Αυτή η κίνηση εξοικίωσης με τους μηχανισμούς του αυτοκινήτου μου με έκανε να νοιώσω γι αυτήν ένα στιγμιαίο συναίσθημα αγάπης.Ητάν μικρό σαν στιγμούλα,όπως όταν σου έρχεται να φτερνιστείς και τελικά σου φεύγει.

ΌνΕιΡο ΣοΥρΓιέΛ



-Τι όνειρο είδες;;
-Ονειρεύτηκα ανθρώπους εγκλωβισμένους χαμένους μέσα στη νύχτα,
γυναίκες με μαύρα κρέπια, σαν να έψαχναν κάτι...
-Εγώ ονειρεύτηκα έναν κόσμο παραμυθένιο σα να γυρνούσα από μια άλλη ζωή
παλιά και γνώριμη,γεμάτη αναμνήσεις...
Όνειρα που εξαπλώνονται σαν ασθένεια.
Στα σαλόνια των πλοίων, πάνω σε βαλίτσες,στο παγκάκι πάνω στον καναπέ,
στο λεωφορείο η στο μετρό της επιστροφής,
πως το κεφάλι γέρνει σιγά σιγά πίσω, και πέφτει μπροστά μετά...
Μία μετέωρη στιγμή ,ανάπαυλα παύση..πρόχειρος ύπνος ελαφρύς.
-Τώρα που το ξανασκέφτομαι ονειρεύτηκα Καβάφη
-Πως γίνεται αυτό ;
-Δεν γίνεται,ονειρεύεται μόνο....


Επέστρεφε συχνά και παίρνε με, αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη, κ' επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα· όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται, κ' αισθάνονται τα χέρια σαν ν' αγγίζουν πάλι. Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα, όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται....
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1912)

ΧτΕς ΒρΑδΥ


Σχετικά με τα όνειρα...Τα επιθυμώ κάθε βράδυ,ανυπομονώ να βρεθώ στα δικά τους μέρη. Άγνωστοι τόποι,άγνωστες βουλές,περίεργα χρώματα κι όμως εξελίσσομαι εκεί μέσα συνεχίζω να αναπτύσσομαι εκεί κάθε βράδυ και το άλλο πρωί ξυπνάω σοφότερη μη ξέροντας το γιατί. Όνειρα ένας παράλληλος ασυνείδητος κόσμος που μπορεί κανείς να συναρμολογήσει όλες τις βρωμερές επιθυμίες του και όχι μόνο. Το επίθετο κάθισε από μόνο του την ώρα που σκεφτόμουνα το πρόσωπο που ξεζούμιζα προχτές το βράδυ...Όσο για αυτή την φωνούλα που σκούζει κάθε τόσο μέσα μου και όσο μεγαλώνω όλο και την ακούω συχνότερα,την αναγνωρίζω πολύ καλά ξέρω πια πότε έρχεται και πότε θα ξεκουμπιστεί από το μέσα τσίρκο των συναισθημάτων μου. Όταν καταφέρω και τολμήσω… Τότε και μόνο τότε. Όταν καταφέρω και τολμήσω να ζήσω και την παραμικρή επιθυμία μου,αυτή που με κάνει να ανατριχιάζω κάθε φορά που τολμάω να την σκέφτομαι. Που κάνει τις ρίζες των μαλλιών μου να μουδιάζουν και έπειτα η ίδια επιθυμία , με κάνει να νιώθω σαν να με κόβουν χιλιάδες ξυράφια. Μόνο και μόνο επειδή τόλμησα να την σκεφτώ. Είναι σημαντικό να ζεις οι περισσότεροι υπάρχουν.

Στο παρελθόν είχα ακολουθήσει πολλές φορές το πρόσταγμα της διαίσθησής μου και έχω ανταμειφθεί για αυτό. Είχα μάθει να ακούω το σώμα μου και του πρόσφερα αυτό που με πρόσταζε. Έδινα σχήμα στις εκάστοτε παθήσεις μου και χρώμα και έτσι πάντα ήξερα τι να πολεμήσω τι να μικρύνω και ποια ουλή να αφήσω γιατί τελικά μπορεί και να μου πηγαίνει...

Εκτιμώ ιδιαίτερα τους ανθρώπους που έχουν πονέσει και για αυτό έχω τυλίξει τα λόγια τους καλά για να μην σπάσουν.

Το σώμα μου αυτή την περίοδο κοιμάται,δεν το ακούω καθόλου πια,σχεδόν το ξεχνάω κάθε πρωί που κλείνω την πόρτα του σπιτιού μου για να φύγω,ώρες ώρες συμπεριφέρομαι σαν αερικό,και άλλες(τις περισσότερες πια πιστεύω) σαν ντουβάρι, όλα πέφτουν πάνω μου,όλα σπάνε σε χιλιάδες κομματάκια. Άνθρωποι,πόθοι που μυρίζουν μούχλα, λέξεις,κατσαρά γέλια, τοξωτά βλέμματα. Έχω εξελιχθεί σε έναν τεράστιο τοίχο που κανείς δεν μπορεί να χαϊδέψει, να γλύψει,να αγγίξει, να κρεμάσει κάτι πάνω του,να αλλάξει χρώμα ή ακόμα και να τον μουτζουρώσει. Κανένα συναίσθημα. Υπήρχα κάποτε. Περπατούσα στ'αλήθεια. Ανέπνεα στ'αλήθεια. Είχα πόδια, είχα χέρια,κορμί και είχα κορμί μόνο γιατί το έδινα. Ένιωσα έτσι,έτσι ολόκληρη μόνο με κάποιον.

Δεν έχει νόημα πια. Τώρα είμαι κάτι που κανείς μέχρι τώρα δεν κατάφερε να αποκωδικοποίηση,κανείς μέχρι τώρα δεν τόλμησε να γοητεύσει. Κανείς ποτέ να κερδίσει ολοκληρωτικά. Και ευτυχώς γιατί δεν θα το άντεχα. Είμαι σκληρός και μοναχικός άνθρωπος κατά βάθος,και είναι πολύ σπάνιο κάποιος να με μαγέψει Είμαι κλειδωμένη εδώ και πολύ καιρό. Υπήρχε κάποτε μία μορφή ενός ανθρώπου που με πλησίασε,έφτασε πολύ κοντά σχεδόν ένιωσε την ανάσα μου στο σβέρκο του άλλα φοβήθηκε τόσο πολύ που το έβαλα στα πόδια....Είμαι περίεργος άνθρωπος , δεν ανήκω στους πολλούς. Μέσα μου η τρέλα δίνει μάχες με την γραφειοκρατία της λογικής,το ναι αποκοιμιέται στην αγκαλιά του όχι,το σήμερα μυρίζει κάτι από το χτες,ο Ερμής μου παλεύει με την Αφροδίτη μου και οι δύο φύσεις δικές μου και οι δύο πρέπει να ικανοποιηθούν χωρίς να θυμώσει κανείς...πάντα σκοτάδι και φως,καλό και κακό,αλήθεια και όνειρο,πάθος και ευνουχισμός,αρχή και τέλος....μέσα στο κεφάλι μου υπάρχει ένα λούνα παρκ...θυμάσαι;

Δεν ξέρω γιατί τα λέω όλα αυτά. Ήμουνα έτοιμη να τα σβήσω όλα,είχα πολύ καιρό να το κάνω έτσι,δεν το κάνω πια γιατί δεν χωνεύω κανέναν και δεν θέλω κανέναν δίπλα μου να ξέρει και να καταλαβαίνει,είμαι κλειδωμένη κλικ κλακ κλικ κλακ το κλειδί που γυρνάει προς τα μέσα. Αρκετά για τώρα.