Παρασκευή, Δεκεμβρίου 20, 2013

X-mAs FoOtAgE

Έξω ο κόσμος είναι εχθρικός. Κάθε φορά που περπατώ στο κρύο και τον ανταμώνω το σώμα μου γεμίζει εξανθήματα και το πρόσωπο μου παίρνει φωτιά. Καταπίνω αντισταμινικά για να το ξεπεράσω, αλλά ο κόσμος θα γίνεται ακόμα πιο εχθρικός, το ξέρω. Στο σαλόνι τα βράδια, το δέντρο αναβοσβήνει τα φώτα του σαν ένα μεγάλο κυκλοφοριακό κομφούζιο με χαλασμένα φανάρια. Κάθομαι στο τζάκι καίγοντας  χλωμές αναμνήσεις και ξύλα. Τρώω το ίδιο φαγητό για πέντε μέρες. Είναι  βλέπεις ότι απέμεινε από σένα και την ευγενική προσφορά της αγάπης σου. Και κάθε φορά που νιώθω απούσα από το ίδιο μου το σώμα φωνάζω δυνατά την Μιλού και το σπίτι γεμίζει αντίλαλο και χρυσόσκονη από Χριστουγεννιάτικη λύπη. Και οι νύχτες περάνε από πάνω μου σαν αγιασμένοι οδοστρωτήρες και με κάνουν επίπεδη ξανά. Και καθώς τα πρωινά έρχονται με μπουκωμένες μύτες στο κρεβάτι μου με βρίσκουν να μαζεύω την ψυχή μου με το φαράσι και να  την βάζω στην τσέπη μου. Και μέσα στην σύγχυση των ραντεβού και των γιορτινών καθηκόντων έρχεται το απαλό μεσημέρι με τα παιδικά χρώματα και με ακούει  να σφυρίζω ένα σκοπό αδιάφορα και ανάλαφρη πια να περπατάω μέσα στον κόσμο. Με ουρανό γεμάτο φρέσκα σύννεφα, με φίλους που με τραβάνε από τα χέρια και τα μανίκια ξανά, και με ένα αίσθημα αφαιρετικής λαγνείας για τα νέα σύμπαντα που θα έρθουν να με βρουν. Και μπαίνω στις ράγες μου ξανά, με σκουριασμένα πόδια, εκτροχιασμένη καιρό τώρα. Και πατάω με τον δείκτη μαλακά το μαξιλάρι τις νύχτες να δω αν είναι μέσα του κανένας. Και ακούω την καρδιά μου το χάραμα  να μου λέει ψιθυριστά, «την τελεία που έβαλες να την κρατάς με δύναμη σαν πινέζα στο μάτι του άλλου.»
Χριστούγεννα παντού, σαν ένα μεγάλο εξάνθημα που όλο μεγαλώνει, σαν σιχαμένο λίπος που θες να φτύσεις στο πάτωμα, σαν  μια στοίβα άπλυτα πιάτα ημερών στο νεροχύτη. Χριστούγεννα παντού και όλα ψεύτικα τριγύρω και φάλτσα. Ευτυχώς θα πάρω πάλι εκείνο το τρένο της μεγάλης φυγής και θα έρθω να σε βρω. Μια τελευταία εικόνα παίρνω μαζί μου πριν φύγω. Εμένα παρ΄ ολίγον ολόκληρη σε ένα χοντρό μαύρο μπουφάν κάτω από τον μπαζωμένο ουρανό της Παλλήνης, ένα αναμμένο στριφτό δίπλα σε ένα μονό εσπρέσο σκέτο, το κρύο στα μάγουλά μου,  τα van του σταθμού, τα δάκρυα, την σπασμένη φωνή στο τηλέφωνο και την μοναχική ελιά που άκουσε τα πάντα.   DELETE+ENTER.


Καλά  Χριστούγεννα. 

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 06, 2013

dEcEmBeR FoOtAge


Κάθομαι στο μπαλκόνι. Βρέχει συνεχόμενα. Κρατώ στις παλάμες μου μια κούπα με ζεστό καφέ και τις ζεσταίνω. Πάντα μου άρεσε να το κάνω αυτό. Ιδίως στα μεγάλα κρύα που έφηβη καθόμουν έξω στο μπαλκόνι του πατρικού μου σπιτιού με μια άλλη κούπα που περιείχε το ίδιο ρόφημα και ζεματούσε τις παλάμες μου. Κοιτούσα την Αίγινα και την Καστέλα. Τώρα κοιτάω το κενό.Αναπολώ την εποχή που κλειδωνόμουν στο μπάνιο και ανακάλυπτα τον κόλπο μου για πρώτη φορά κάτω από τις υποδείξεις του περιοδικού «Ερωτική Αρμονία». Έξω ήταν και πάλι Χριστούγεννα με όχι και τόσα πολλά φώτα και στολίδια και το δέντρο στο σαλόνι ήταν ολοζώντανο μαζί με την υποψία του Άι Βασίλη. Τα πρώτα σκιρτήματα και τα ατέλειωτα φιλιά.Σελίδες ημερολογίου με υπογραμμισμένα "Σ αγαπώ." Στάμπες από καφετί βούτυρο κακάο σε λευκές σελίδες λευκωμάτων. Το λεωφορείο της Ηλιούπολης  που με κατέβαζε στην Σίνα, φορτωμένη δώρα, και τα καθυστερημένα ραντεβού μετά το φροντιστήριο, κι έπειτα μετά την σχολή. Τότε που οι επιθυμίες μας ήταν  και η πραγματικότητα μας. Τώρα, 22 χρόνια μετά, προσπαθώ να καταργήσω τα σύνορα μεταξύ ενοχής και αθωότητας. Οι αναμνήσεις μου έχουν ξεθωριάσει. Δεν έχουν ούτε ρεαλισμό ούτε συναίσθημα. Μοιάζουν με ταινίες του Αντονιόνι.Χωρίς λαμπιόνια.
Στο τρένο μέσα τα τοπία μας χαστουκίζουν με ταχύτητα. Η Σαλονίκη μας καρτερεί και τα κόκκινα φώτα της νέας παραλίας, που μόλις άναψαν, λένε ιστορίες για ψηλά κατάρτια και μεγάλες υγρασίες με ατέρμονη  βροχή. Κοιτώ το στόμα σου σαρκώδες και έτοιμο να εκραγεί. Έξω Δεκέμβρης. Πάει για σούρουπο. Τέτοια ώρα ο ουρανός  έχει δύο χρώματα, ροζ και γαλάζιο. Δεν μπορεί να αποφασίσει αν θέλει να είναι αγόρι ή κορίτσι.
Στολισμένα έξω τα πάντα. Πλησιάζουν τα Χριστούγεννα χωρίς ξεσηκωμό. Μέρες ήρεμες με γεύση βρογχίτιδας και ομοιοπαθητικής κάψουλας. Αγρύπνιες στο αναμμένο τζάκι. Παραμένω ολοζώντανη με ένα μεγεθυντικό φακό στο χέρι για παρατήρηση κάθε λεπτομέρειας. Μονάζω μέσα στις ιδέες και στα θραύσματα μνήμης μου. Ξημερώνει και κοιτάω τα σύννεφα που ταξιδεύουν μαζί με μένα στις αλέες του ουρανού. Τα Χριστουγεννιάτικα φωτάκια των εισόδων και των  μπαλκονιών αναβοσβήνουν ακόμα ρυθμικά. Κάποια στιγμή σταματώ στην άκρη του δρόμου και στέκομαι  μπροστά τους ευλαβικά, όπως στα εικονίσματα.