Τετάρτη, Οκτωβρίου 29, 2008

σΚοΤιΑ πΥκΝή


Την τελευταία εβδομάδα είμαι τόσο ήρεμη που σχεδόν με ξεχνάω εδώ κι εκεί. Με παρατάω κάτω από τα παλτά, μέσα σε σελίδες βιβλίων, στο κατακάθι του καφέ,στο καλάθι με τα άπλυτα. Όπου να ναι. Μοιάζει να έχω καταπιεί μια μεγάλη ταμπλέτα γαλήνης σε χρώμα μπλε ανοιχτό. Έχω στο βλέμμα την μακαριότητα ενός μωρού που το έχουν μόλις ταΐσει και αλλάξει. Παρόλα αυτά ακόμα δεν μπορώ να χωνέψω τις αλλιώτικες νύχτες του χειμώνα και τα κατηφή μεσημέρια που σκοτεινιάζουν αμέσως.

Σε ένα καναπέ με 3 ώρες ύπνο. Κοιμάμαι και ξυπνάω μεθυσμένη. Η ανατολή γυαλίζει τα ξύλα στο σαλόνι και κάνει τα τσίνορα μου να λαμπυρίζουν. Μυρίζω τα μαλλιά μου. Μυρίζουν καπνό και ανάσες αλκοόλ από την προηγούμενη νύχτα. Αυτή που κατάπιε το εσωτερικό των μηρών σου. Ξυπνάω αργά αργά. Σαν κάποιος να με ρυμουλκεί φαντάσου. Περιμένω να φανώ κάπου χρήσιμη.
Άλλαξε και η ώρα. Έκανε μια κίνηση τσικ και άλλαξε. Και μαζί της άλλαξε κι εκείνο το παγωμένο συναίσθημα που σου αφήνει ο χρόνος όταν περνά λίγο πιο γρήγορα. Ξανά αυτό το πίσω. Όλο και πιο βαθιά εισχωρούμε με την πλάτη στην αγκαλιά της νύχτας. Που πάει αυτή η ώρα;Κρύβεται μέσα στην αναπνοή των μικρών παιδιών,ξοδεύεται σε περισσότερο αλκοόλ ή σκάβει τον λάκκο της πίσω από υγρούς θάμνους; Πόσο πίσω; Κοιτώντας παλιές φωτογραφίες και φωτοτυπίες ψυχών και παλιάς ζωής δεν την βρήκα.

Περιμένω με τα χέρια στις τσέπες τον χειμώνα. Τα πρωινά της Κυριακής με μπλε ξέφωτα στον Υμηττό και σχισμές χωρίς νεφέλες. Με ζεστό καφέ και υγρά μάτια.
Στην παραλία του φλοίσβου μέχρι τον Πειραιά απέναντι χιλιάδες φωτάκια τρεμοπαίζουν σαν να κατέβηκε μια μεγάλη παρέα αστεριών και να δάνεισε το φως της. Χειμερινά γαμώτο μιας κρυφής ζωής που όλο δραπετεύει .Όλο αλλάζει ρούχα, μάτια και μαλλιά,αλλάζει χρόνο και τόπο κατοικίας, DNA, γέλιο, μορφή ουσία,φύλλο. Όλο φεύγει και όλο είναι εδώ. Κι ο κόσμος τρέχει σαν ένα περίεργο μεταναστευτικό είδος πουλιού μπροστά από τα μάτια μου και εγώ ονειρεύομαι αυτά που δεν υπάρχουν και λέω:γιατί όχι;

Ήρθε με νέα φωτιά, πιο ψηλή. Την παρατηρούσα καθώς έκαιγε όλες τις παλιές ιστορίες μπροστά στα μάτια μου. Την παρατηρούσα καθώς έκαιγε την ίδια, που δεν ήταν ίδια πια.
Απόψε αν μου λέγανε να αγνοήσω τον κόσμο, θα το έκανα.

Τρίτη, Οκτωβρίου 21, 2008

No Te EsCaPaRáS


Στα τελειώματα ο Οκτώβρης μου και γω στα δικά μου επίσης. Άλλαξε ο καιρός.
Τα βράδια βάζει μια ψύχρα που μοιάζει με ανάσα λαχανιασμένου αγγέλου. Και μέσα μου κάτι άλλαξε. Σαν κάτι να γύρισε, άκουσα ένα κλικ. Τελείωσε νομίζω. Με έναν κάδο πλυντηρίου στο στομάχι μου μέσα κι ένα βλέμμα αυτοσχέδιας παγίδας περιπλανιέμαι πίνοντας χιλιάδες βότκες Μαρτίνι. Ενώ εκεί έξω αναπνέει με την ίδια ένταση ο ακαταμάχητος αρχειοθέτης του χάους. Ποθώ την αναμέτρηση μαζί του.
Καθώς η σελήνη κρύβει την γύμνια της στα βράχια της νύχτας εγώ μεταλλάσσομαι σε μια νέα μορφή. Ακόμα πιο αλλόκοτη και δυνατά αιχμηρή. Αλίμονο!
Τελειώνει ο Οκτώβρης μου, όμορφα. Και γω συνεχίζω επιπόλαια κάνοντας πράγματα εξαιρετικά και βαλμένα στην τύχη. Έφτιαξα έναν νέο τίτλο για να ζω και ξαναμοίρασα τους ρόλους. Με μια διάθεση ακόμα πιο ατμοσφαιρική και πιο σκοτεινή. Κράτησα τον κεντρικό ρόλο για τον εαυτό μου και βεβαίως τον ερμήνευσα μοναδικά. Αχ και να ξερες!
Δεν με ενδιαφέρει τίποτε άλλο παρά μόνο η κίνηση. Μια φορτισμένη και εσωτερική κίνηση. Όλη δικιά μου. Σημαντική η κίνηση. Να το θυμάστε.

Βαθιά μεσάνυχτα. Ώρες δουλειάς μπροστά στον υπολογιστή. Το φως της οθόνης με χρωματίζει με μια γαλαζωπή ιλαρότητα. Χαμογελάω μουδιασμένη. Φλούδες από ξεφλουδισμένα μήλα στο πιατάκι δίπλα μου. Μυρίζει όλο το δωμάτιο κόκκινο μήλο. Τραβιέμαι με το ζόρι μέχρι το πίσω μπαλκόνι. Χαζεύω λίγο τα αστέρια και την τραυματισμένη μου σελήνη.
Ακουμπάω το σύνολο όλων όσων είμαι πάνω στα κάγκελα και χαζεύω με μια πελαγίσια αδιαφορία όλους τους σακάτηδες αυτού του κόσμου. Μπορώ και τους εντοπίζω πια μέσα από τα κλειστά παραθυρόφυλλα και τα χαμηλά φωτισμένα δωμάτια τους. Δίπλα στις πόρτες των εισόδων τους και στα κρεβάτια δίπλα, ξαποσταίνουν αγάπες-δεκανίκια για τις φοβίες τους. Στο ντουλαπάκι του μπάνιου και στα συρτάρια του κομοδίνου τους περιμένουν κλειστές και οι αγάπες- τσιρότα, για όλα τους τα τραύματα. Άρρωστοι όλοι σκορπάνε ιούς που τους ζουν μέσα από τις ζωές των άλλων. Out of space`out of order`out of time!
Οι σακάτηδες σε πατάνε πιο δυνατά από όσους στέκονται έστω και με ένα περίεργο τρόπο στην αγάπη.
Και ο Οκτώβρης καλπάζει με δύναμη σου λέω προς το μεγάλο ΟΧΙ. Από κάπου μακριά το φύσημα του μυροβλύτη Αγ. Δημητρίου με άρωμα after shave βασιλικού. Κι έπειτα ο καιρός που θα χαλάσει. Προς το παρόν ο ήλιος τα μεσημέρια ακόμα καίει και διατηρεί κάτι από το ρεπερτόριο των σκιών του Αυγούστου. Και η ζωή συνεχίζεται καθώς το ρήγμα βαθαίνει. Με τον ξεχασμένο μου μαγνήτη αστεριών στα χέρια ξανακολλάω άστρα στα μαλλιά μου.
Και για δες, τα χέρια σου γέμισαν με το φως της περασμένης πανσελήνου, και σχεδόν κάηκαν. Το πήρες χαμπάρι; Βάλτα κάτω από το μαξιλάρι σου και θα μάθεις για τον πόνο της σελήνης που χάνει λίγο, λίγο το σώμα της.
Μετρημένες οι μέρες του Οκτώβρη, να δες κι εσύ. Και κάπως έτσι φτάνουν όλα στο κλείσιμο. Με μένα να σημειώνω με κόκκινο στυλό, ταινίες για να δω.Ταινίες που να μπορούν να μου αφήσουν ουλές παρά να με ψυχαγωγήσουν. Με πρωινό ουρανό γεμάτο φρέσκα σύννεφα, με φίλους που με τραβάνε από τα χέρια και τα μανίκια ξανά, και με ένα αίσθημα αφαιρετικής λαγνείας για τα πάντα που κοντεύουν να’ ρθουν.

Έργο τέχνης το βράδυ της Κυριακής. Μεραρχίες συννέφων σε μαύρο φόντο έτοιμες για σύγκρουση και γω μαζί σου να τρέχω στα υπόγεια του Μετρό και να σου εξομολογούμε την ζωή μου. Το γέλιο σου ανακατεμένο μαζί με τον καπνό του τσιγάρου σου και οι σχισμές των χειλιών σου να παρακαλάνε συνεχώς για αυτή την ιαματική βροχή. Έργο τέχνης.
Μια φωνή μέσα μου λέει «Ζήσε γιατί αυτή η μικρή αληθινή ζωή είναι η μεγαλύτερη μετοχή που έχεις στο συρτάρι»
Πως να αντισταθώ σε μια τέτοια προσταγή!

Δευτέρα, Οκτωβρίου 13, 2008

ΕγΩ κΑπΟτΕ...


Παρόλα τα άσχημα που σαπίζουν στον σκουπιδότοπο της περιφερειακής μου ζωής, είμαι καλά.
Παρόλο που ο κόσμος χωρίζει αντί να ενώνεται, χαμογελάω ακόμα. Και χαμογελάω τόσο αληθινά που τα χείλια μου αγγίζουν τα αυτιά μου.
Και σκέφτομαι τα λόγια της όσο εκείνη η θαλασσινή γυναίκα θα αντικρίζει τον δικό της τόπο αλλού.
«Γιατί έχεις ομορφιά. Αυτό μόνο μην ξεχνάς. Κι οφείλεις. Σου δόθηκε για να την προσφέρεις. Και αυτή θα σου επιστρέφεται πολλαπλάσια».
Μακάρι και εσένα. Πολλαπλάσια να σου επιστρέφεται. Η δικιά σου.
Και μπαίνω στις ράγες μου ξανά, με σκουριασμένα πόδια, εκτροχιασμένη καιρό τώρα. Και πατάω με τον δείκτη μαλακά το μαξιλάρι τις νύχτες να δω αν είναι μέσα του κανένας. Και την ακούω που έρχεται σαν φλοίσβος και μου λέει ψιθυριστά, «την τελεία που έβαλες να την κρατάς με δύναμη σαν πινέζα στο μάτι του άλλου.»
Λέξεις με εκχυλίσματα αλώβητης αγάπης εκπορευόμενες από ποδοπατημένες ψυχές που μοιάζουν πια με κουφάρια σκοτωμένων ζώων στην άσφαλτο. Έτσι κατάντησαν να μοιάζουν οι ψυχές!
Λαμπερές ψευδωνυμίες~Τι από όλα όσα θέλεις μπορείς να είσαι; Τι από όλα θέλεις να είσαι; Τόσα ψέματα που να χωρέσουν πια;

Φυλάξου! Είμαι ότι πιο δυνατό γνώρισες ποτέ! Φυλάξου γιατί τρέχω καταπάνω σου με την ταχύτητα δέκα κομητών!

Σκέφτομαι τον πορφυρό σου θρόνο και εύχομαι να σε τσακίσει μια για πάντα.
Γιατί ανήκεις στους γκρεμούς του. Στην σάρα του. Ξέρω πιο πολλά από όσα πίστεψες ποτέ. Και γεμάτη συμπόνια μιλάω στον ουρανό λέγοντας του πως ποτέ δεν θα γίνω τα πάντα που ήθελες, ούτε καν το πιο λευκό και παχουλό συννεφάκι.
Και στo τελείωμα της μέρας ξεντύνομαι με λύπη πίσω από την πλάτης της νύχτας μου κλαίγοντας. Και σωπαίνω λέγοντας της πως ποτέ δεν θα γίνει η πιο υγρή μου νύχτα. Εκείνη που τα αστέρια της θα στάζουν έρωτα και αγάπη και κάποιος σε μια πόλη μακρινή ελπίζοντας σε αυτά θα ανοίγει τα μέσα του
για να θολώσουν από την υγρασία τους.«Αν πεις ένα μεγάλο ψέμα και συνεχίσεις να το επαναλαμβάνεις, ο κόσμος αναπόφευκτα θα το πιστέψει».

Οδηγάω δαγκώνοντας τα χείλια μου. Κοιτάω δήθεν αδιάφορα τα συννεφοχώραφα που ματώνουν στη δύση.
Κι όμως αν την είχα εδώ θα την κράταγα από την μέση και θα την φίλαγα. Σπάζοντας το δείλι σε χίλια γαλαζοπράσινα κομμάτια. Όλα δικά μου. Σοβάδες λευκού πόνου από το σώμα μου. Να θυμηθώ να το κλειδώσω ξανά.
Παχαίνει πάλι η σελήνη και ανυπομονώ να γεμίσω ξανά τις κούπες των ματιών μου με δικό της φως. Μέχρι να με τσούξουν. Σαν ιώδιο να με τσούξουν.
Μαζεύω την ψυχή μου με το φαράσι και την βάζω στην τσέπη μου. Σφυρίζω ένα σκοπό αδιάφορα και ανάλαφρη πια περπατάω μέσα στον κόσμο.
-Δεν είναι δυνατόν να ζήσει μικρή μικρή αλήθεια μέσα σε ένα μπαλόνι ψέμα;
-Όχι αν είναι γένους θηλυκού. Έλα να σπάσουμε το μπαλόνι».
-Πες μου ένα ψέμα.
-Αυτό που διάβασα ξανά σε ένα πετάμενο χαρτί σε σχήμα σαΐτας. «Είσαι ότι πιο όμορφο είχα ποτέ μου. Και δεν θα τα παρατήσω έτσι απλά. Θα παλέψω και θα κάνω ότι μπορώ».
-Και τώρα θέλω να ακούσω το μεγαλύτερο που σου έχουν πει.
-Σ αγαπάω.
-Και μένα!

Κάποτε θα σου αποδείξω πως είναι να είσαι ο βασιλιάς της ζούγκλας. Κάποτε θα αισθανθείς αυτό που αισθάνονται όσοι πέσουν πάνω του. Εγώ, ο σύμμαχος των τεμαχισμένων ιστών της ψυχής σου.
Κάποτε!

Δευτέρα, Οκτωβρίου 06, 2008

οΛοΥσ ΣαΣ ΠρΟσΚαΛώ...


...στην έκθεση μου!
Πρώτα ήρθαν οι λέξεις και έπειτα τα κολάζ που θα τις συνόδευαν. Θραύσματα σκέψεων και εμπειριών. Εικόνων και αρωμάτων μνήμης. Όπως όταν αναποδογυρίζεις μια τσάντα και πέφτουν πράγματα, έτσι είπα να κάνω και με τις εικόνες του μυαλού μου επάνω σας. Τα κολάζ που δημιουργώ είναι ένα ποτ-πουρί από υπάρχουσες φωτογραφίες. Συνθέτω εικόνες με ετερόκλητα στοιχεία. Με την τεχνική αυτή, προσπαθώ να επεξεργαστώ οικείες εικόνες και να δημιουργήσω παράξενες αινιγματικές συνθέσεις που προκαλούνε κι αποσυντονίζουνε τη λογική. Τόσα ετερόκλητα στοιχεία ώστε να μπερδεύουνε το μυαλό και να παράγουνε παραισθήσεις.Ίσως και λίγη οπτική ποίηση.
Κάποιες φορές τα κολάζ παίρνουν την ιστορία στα χέρια τους και σαν graphic novels προτείνουν μια ιστορία χωρίς λέξεις μόνο με εικόνες. Άλλες πάλι συμπληρώνουν μια ιστορία που έχει ήδη γραφτεί σε κείμενο.
Επηρεασμένη από τα κινηματογραφικά κολάζ του Γκοντάρ σαν ιδεολογία και από την παλιά διπλοτυπία που επικρατούσε στα φιλμ νουάρ επιχείρησα να ανοίξω στην ψυχή μου άλλη μια πόρτα ή έστω μια μικρή χαραμάδα που θα μπορούσε να συνθλίψει τα σκοτάδια μου. Μακάρι και τα δικά σας.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 03, 2008

GaMe OvEr


Αλίμονο στους ανθρώπους που είναι άνθρωποι επειδή δεν μπορούν να είναι κάτι άλλο.

Se todo...Μάτια υγρά. Λίγα σύννεφα κι ένας ήλιος που ζεσταίνει τα μαλλιά μου και τους βάζει φωτιά. Και γω θα σου βάλω φωτιά να καείς. Θα δεις!
Ραντεβού στο θησείο με την mario.Με το δίπλωμα της ψυχολογίας στα χέρια για απόδειξη. Πάντα τα ήξερα όλα για αυτό δεν ρώταγα τίποτα. Έστεκα ακίνητη σαν γάτα μπροστά στην τρύπα του ποντικού και παραμόνευα. Η ανατροπή. Ήσουν η πτυχιακή μου ρε χαζό και τώρα εγώ πήρα άριστα και συ ήδη ξεχάστηκες.
Πόσα λάθη πέρασαν από εκείνη την μέρα που σε είδα τελευταία φορά; Πικρή σοκολάτα. Μάτια υγρά και μετά δάκρυα που γίναν γέλια και φτάσαν μέχρι το άπειρο. Γέλια που έβγαλαν χιλιάδες νότες που μου θύμισαν εκείνους τους στίχους… sé todo. Πόσο φτωχοί είναι οι άνθρωποι; Πόσο στείροι;Ούτε που ξέρουν αν μισούν ή αν αγαπάν. Πόσο δυστυχισμένοι είναι οι άνθρωποι. Πόσο;
Τόσο δυστυχισμένοι όσο κι εκείνο το αστέρι με την πιο μακριά γενειάδα που πρόδωσες. Οξεία πυώδης δυστυχία.
Καημένο παιδί σε λυπάμαι για αυτά που δεν είσαι και τόσο θα ήθελες. Σε λυπάμαι γιατί η ζωή σου υπάρχει μόνο στην σφαίρα του φανταστικού. Γιατί δεν ξυπνάς μα ούτε κοιμάσαι και ποτέ. Σε λυπάμαι γιατί είσαι μια τιτάνια συναισθηματική κράμπα που βρομάει ανθρωπίλα, ανίκανος για όλα. Είσαι ένα μεγάλο βαρετό ψέμα. Ένα καταραμένο κρίμα. Δεν θα ευτυχήσεις ποτέ. Καλύτερα!

Game over.

Και η μέρα κύλησε όμορφα, με ένα χαμόγελο μεγάλο καρφιτσωμένο στα χείλη. Οι φίλοι κατέφθασαν ξανά στο μεγάλο σαλόνι μου και η αγάπη βρήκε τον δρόμο που είχε χάσει προσωρινά. Ένα μικρό παιχνίδι πού επινόησες για να με οδηγήσεις στο πιο όμορφο άρωμα που μου έκανες δώρο. Ένας βιαστικός πόνος στην καρδιά.
Η μικρή Ελένη. Η φίλη που παντρεύτηκε, ο μικρός μου αδερφός που μπήκε στην επικράτεια των 30.Πτώματα τσιγάρων στο τασάκι. Ολοκαίνουργιοι άνθρωποι που έφτασαν για να με πάνε μεγάλα ταξίδια και τα ξεχασμένα γέλια που έγλειψαν και γυάλισαν τα δόντια μου. Τα ασταμάτητα δώρα και η δουλειά που κόπασε αφήνοντας μου πίσω ότι πιο όμορφο είχα να δω. Η αλήθεια έρχεται πάντα και σε βρίσκει γιατί είναι μπροστά. Κάποτε θα σε κάνω εγώ να τρομάξεις.

Game over.

Από λάθος ή από θαύμα προκύπτει το ότι είμαστε ακόμα εδώ. Ζωντανοί εννοώ.
Με τόση φθορά στο πετσί μας.
Η ζωή που μας δίνεται είναι ένα δώρο και όπως όλοι ξέρετε μαζί με το δώρο μας δίνεται πάντα κι ένα μαστίγιο. Εμείς αποφασίζουμε που να το χρησιμοποιήσουμε.
Τα λόγια της ξανά και ξανά στα αυτιά μου λίγο πριν τον ύπνο. Έβγαλα την μάχαιρα και έκοψα κάθε δεσμό. Κάθε ράμμα, κάθε μικρή και ανυποψίαστη κλωστή που είχα μπαλώσει. Λύθηκε από πάνω μου όλη η σάρκα. Έπεσε κατάχαμα με θόρυβο. Θέλω να ζήσω έτσι όπως θα ζω κάθε αύριο. Όχι κάθε αύριο, κάθε τώρα. Μόνο το τώρα μπορούμε να αγγίξουμε.

Game over.