Τρίτη, Απριλίου 17, 2012

ΎδΡα

Λίγα ξέφωτα γαλάζιου. Έπειτα το γκρι τα καταργεί. Απλώνεται στον ουρανό και στην θάλασσα. Στα βάθη και των δύο το βλέμμα μου με μάσκα και μπουκάλα οξυγόνου βυθίζεται. Ψάχνει για ναυάγια και σπασμένα αγγέλων φτερά. Για καρφιά σκουριασμένα και αγκάθινα στεφάνια πλεγμένα με φως. Στο βάθος της Ύδρας τα σύννεφα αλλάζουν συνεχώς σχήματα. Σε μια μεγάλη σιδερένια κούνια ένα κομμάτι καλοκαίρι κοκκινίζει τα χέρια μου και σχήματα αλμύρας ξεραίνονται στα βρεγμένα πόδια μου. Η θάλασσα κρύα. Ο ήλιος καυτός. Φυσάει και όλα μοιάζουν να ζαλίζονται και να πηγαίνουν ξαφνικά ένα βήμα πιο πέρα. Όπως όταν σκοντάφτει κανείς. Ένα βήμα πιο πέρα κατά λάθος.

Επιτάφιος, τοποθεσία Καμίνι. Αναμονή ωρών, κόσμος σκόρπιος αφήνει μικρά διάκενα. Ξένοι τουρίστες πίνουν ποτά και τραβάνε φωτογραφίες. Η χορωδία ακόμα να ακουστεί. Πιάνει μια ξαφνική βροχή και μπαίνω κάτω από το παλτό σου. Μια κυρία με λευκά μαλλιά μου δίνει την ομπρέλα της. Θυμάμαι εσένα. Παρόλο που έχεις λευκά μαλλιά ποτέ δεν θα μου έδινες καμιά ομπρέλα να σωθώ. Αποσυμπίεση. Τα βράδια εδώ μοιάζουν πετρόχτιστα και ατελείωτα. Φαρδιά σαν ξεχειλωμένα φούτερ. Κόκκινα ποτά, πράσινα μάτια, αξύριστα μάγουλα. Και στόματα που ψάχνουν να φιλήσουν σαλιώνοντας πρώτα τις λέξεις. Αποσυμπίεση. Η θάλασσα κατάμαυρη σαν μελάνι αναπνέει. Δεν την βλέπω αλλά νιώθω την υγρασία της στα πόδια μου. Απέναντι κάτι λυγερόκορμες ανεμογεννήτριες αναβοσβήνουν τα κόκκινα φώτα τους. Και η καρδιά μου σαν απόκοσμη πυγολαμπίδα πιάνει να χτυπά σύμφωνα με τον ρυθμό τους. Ο Χριστός έχει αναστηθεί και συ καπνίζεις πάνω στα βράχια. Το φως των κεριών είναι ακόμα σταθμευμένο στα μάτια σου. Και ακολουθούν κάποτε πρωινά με φως και πεζοπορία. Μέλισσες που φτιάχνουν καινούργιες γεωγραφίες γύρω μου, νέα πρόσωπα γεμάτα λουλούδια στα μαλλιά, ανθισμένα βλέμματα, φρέσκα δέρματα και ένας αέρας γεμάτος μυρωδιές. Θέλω να λιποθυμήσω εδώ. Κάτω από τις παχιές λευκές κοιλιές των σύννεφων και τα γουργουρητά των μικρών εντόμων. Εδώ. Σε αυτή την χωμάτινη διαδρομή απέναντι από το Μυρτώο πέλαγος και εκείνο το ιστιοφόρο με τα 28 λευκά πανιά και το περίεργο όνομα “sea cloud”
Εδώ, λίγο πριν την Κυριακή του Θωμά και να σε δω να εμφανίζεσαι μπροστά μου αλλά να μην το πιστέψω ποτέ.Και επιστρέφοντας πιο αλαφροΐσκιωτη από ποτέ με έναν αλλιώτικο χάρτη στα μάτια θυμήθηκα και πάλι εσένα μαζί με κάτι χρυσοκόκκινα απογεύματα και μια ακολουθία νυχτερινών ωρών σε λιμάνια. Θυμήθηκα βράχια και ψηλά χόρτα και έναν στίχο του Λειβαδίτη που λέει: «Κάθε που έρχεται η άνοιξη κλαίω γιατί σε λίγο θα φύγουμε και κανείς δεν θα μας θυμηθεί»...

Δευτέρα, Απριλίου 09, 2012

ΑνΕλΕηΤη 'ΑνΟιΞη


Φεγγάρι ολόκληρο, αντεστραμμένο. Μαύρη τρύπα θαρρείς. Γλυκό ανοιξιάτικο βράδυ. Έχει ελαφρύνει το σώμα. Αφαίρεση. Με την ακρόπολη στον αριστερό μου ώμο λέω προσευχές. Κυριακή των Βαΐων και τα μαλλιά σου σαν κομμένα κύματα. Σε ακολουθώ και μετά κρύβομαι πίσω από άλλους ώμους μεγαλύτερους για να μην μπορείς να με βρεις. Στις γραμμές του τρένου, στην Κωνσταντινουπόλεως, οι ψυχές ταξιδεύουν χωρίς σώματα. Τα χέρια μου σε πλήρη αμηχανία, τα μάτια μου ακολουθούν τις τροχιές των άστρων και μετά τα κύματα των μαλλιών σου και μετά μια ατμοσφαιρική αφηρημάδα. Με κοιτάς χαμογελώντας αλλά έχω ξεχάσει πως να είμαι ξανά μαζί σου.
Σε όλα τα μαγαζιά που βγαίνω τα ποτά μοιάζουν με χαλασμένο οινόπνευμα. Τρομεροί πονοκέφαλοι την επόμενη μέρα και μια λιακάδα που με σπάει σε χίλια κομμάτια. Κυριακή των Βαΐων. Περιφέρω το σώμα μου μέσα σε απόηχους αυτοκτονιών. Μετωπικές επανασυνδέσεις ξεφυσάνε σκόνη στο πρόσωπο μου. Στα κανάλια των μπουγαδόνερων και των ξερατών οι εκλογές χτυπάνε παλαμάκια. Διψάω. Αλλά δεν ξέρω γιατί. Στο στόμα μου υπάρχει η αίσθηση μιας τεράστιας δίψας. Αλλά είπαμε. Δεν ξέρω γιατί. Και έπειτα η δίψα φεύγει και έρχεται μια τεράστια λύπη. Μας εγκλώβισαν στην άθλια αυτή Αθήνα και δεν μπορούμε να το σκάσουμε πια. Απόλυτη σιωπή, σκοτάδι , αναμονή. Έγινε ένα κλικ και άλλαξαν όλα. Πρέπει να δούμε τι θα γίνουμε, όχι τι ήμασταν.
-Σ αγαπώ, μου λες
-Δεν θέλω αγάπη, σου απαντώ. Τι να την κάνω; Δώσε την εκεί που παρακαλούν και κλαψουρίζουν για αυτήν. Ο κόσμος γέμισε ζητιανιά. Τι έρχεσαι σε μένα;
-Εσένα αγαπώ, μου λες πιο ανύπαρκτος από ποτέ.
-Η αγάπη με κρατάει στάσιμη, η ευτυχία με κουράζει. Είναι τόσο μονότονη. Με κάνει να σταματάω να ψάχνω, να αγωνιώ. Η αγάπη δεν με ενδιαφέρει. Δεν την θέλω, την πολεμάω μέσα μου, δεν θα σου επιτρέψω λοιπόν να με αγαπάς.
Στέκομαι πιο μεγάλη από πάνω σου. Σε κοιτάω από εκατομμύρια έτη φωτός μοναξιά.

Κάτω από μια ανελέητη, βασανιστική άνοιξη. Σε συνεχή συνεννόηση με τον ήλιο.
Οφείλουμε να φανταστούμε κι αλλιώς τη ζωή μας.