Δευτέρα, Ιουλίου 02, 2012

bLeU dE cObALt


Ο Ιούλιος με το χνούδι στις σάρκες των φρούτων είναι εδώ. Θέλω να ζήσω μέσα του σαν να μην έχω κατοικήσει ποτέ ξανά Ιούλιο. Θέλω να ξαναγνωρίσω τον περίβολο του σπιτιού του, τους γαλάζιους τοίχους του και τις υπέρλαμπρες νύχτες του, χίλιες  και μία. Θέλω να τον ξαναβρώ στα κοφτερά βράχια να στέκει με αλμύρα και ιώδιο  μοιράζοντας καυτά μεσημέρια, μελτέμια και γιορτές .Στους δρόμους φουστάνια που θροΐζουν. Μελτέμια σου ζαλίζουν τα αυτιά. Ξυπνώ και κοιμάμαι με μια διάθεση ράθυμη. Θέλω να κυλάνε τα πράγματα φιλήδονα και βελούδινα. Να κυλάνε έτσι μαζί σου.


Έξω εικόνες ερημίας. Το κέντρο τις καθημερινές ψυχορραγεί. Κυκλοφορούν μόνο κάτι τύποι αγριεμένοι και εντελώς brutal που νομίζουν πως πρέπει  να τους κοιτάξεις και να τους λάβεις σοβαρά υπόψη. Κι αν εγώ δεν θέλω; Αν δεν γουστάρω επειδή μυρίζεις ιδρώτα φερ’ειπείν; Πλήττω θανάσιμα και δεν παν να μου λεν για μεγάλες τέχνες και πρωτοποριακές γραφές. Θέλω μια μεγάλη υπέρλαμπρη αλήθεια να κρυφτώ. Μιαν αλήθεια που δεν θα υπερτονίζει την ασπρίλα του δέρματος, τα χωστά μάγουλα και τους μαύρους κύκλους. Θέλω μια δαγκωνιά στο μπράτσο, ρολογάκι, όπως αυτή που κάναμε παιδιά. Βαριέμαι τις γκρίνιες όλων τριγύρω. Προτιμώ να ματώνω στα βράχια και να κολυμπώ στα αφρισμένα νερά που μυρίζουν σαρδέλα και ταραμοσαλάτα.  Κι έπειτα το βλέμμα μου κυλάει σαν νερό μέσα από τις πλάκες των πεζοδρομίων και με την βοήθεια του λευκού κρασιού φτάνει στο χωριό του πατέρα μου. Κρυμμένο ανάμεσα στις φραγκοσυκιές και στις ελιές. Καλοκαίρια με φως, νυχτερινές βόλτες, το αλάτι της θάλασσας, χιλιάδες κρέμες για το σώμα και τα μαλλιά, οικογενειακά τραπέζια, τα όμορφα Αρχοντικά απάνω στην θάλασσα. Βρεγμένα μαλλιά που κολλάνε στην πλάτη, εγκαύματα, γεύση αλμύρας, ξερά χόρτα. Μακρινό κολύμπι  και μεσημέρια με ψωμί, τυρί, ντομάτα και ένα ποτήρι κρασί. Καλοκαίρια με καυτή άσφαλτο και κρυμμένα μονοπάτια. Με ιερές πανηγύρεις και μεσημεριανό ύπνο. Επανέρχομαι στο εδώ μετά από πολλά σκουντήματα, άμμος ακόμα στα γόνατα.
Έβαψα τις δυο κρεβατοκάμαρες με χρώματα καλοκαιρινά. Bleu de cobalt  και φιστικί ανοιχτό. Το σπίτι ανάστατο. Μετακινηθήκαν όλα .Ξηλώθηκαν  πολλά και άλλα τόσα πετάχτηκαν. Ανακαίνιση και νέα διακόσμηση στους τοίχους. Έτσι για να σκορπά το μυαλό. Ανοιγόκλεινα  λοιπόν τόσα συρτάρια προχθές μ' αυτή τη ζέστη και τις μυρωδιές της μπογιάς στους τοίχους, σκάλιζα φακέλους, απορούσα πού στην ευχή μαζεύτηκαν τόσα πράγματα... τόσος χρόνος... τόσο παρελθόν. Με συνείδηση κυρίως του ενεστώτα χρόνου, πήρα να φυλλομετρώ, να απορρίπτω, να μυρίζω τα πολυκαιρισμένα γράμματα, να θαυμάζω τη φθορά πάνω στα φρέσκα πρόσωπα των φωτογραφιών. Έπειτα ξάπλωσα διαγώνια στον λευκό καναπέ του μικρού δωματίου και είδα ξανά (έπαψα να μετρώ τις φορές) τον τρελό Πιερό. Η Άννα Καρίνα ακόμα εκεί να τσαλαβουτάει τα πόδια της στα νερά της μεσογείου ακολουθώντας την άσχημη συνήθεια του έρωτα και ο Βelmondo να την κρατάει αγκαλιά στην άμμο λέγοντας της  για τον τελευταίο άνθρωπο που κατοικεί στη σελήνη. Αναζητάμε τις ιδιαιτερότητες για να μην νιώθουμε μόνοι. Αλλά αυτό που μας ελκύει περισσότερο είναι ο εαυτός μας.
Όλοι ήμασταν ωραίοι κάποτε.