Η νέα σελήνη δύει με όλο της το βάρος πάνω από την Αίγινα. Σκοτεινιάζει. Ένα λερωμένο πορτοκαλί ουρλιάζει στα τέσσερα καταπίνοντας κομμάτια θυμωμένου μπλε μαζί με μερικά σύννεφα σαν αποσιωπητικά που καθώς αλλάζουν σχήματα, μοιάζουν με καπνό. Ίσως καπνίζουν οι θεοί πούρα Αβάνας.
Η πολυκατοικία μυρίζει χαλασμένη σφουγγαρίστρα όπως και η ζωή μου. Ψάχνω τα συρτάρια για μια ξεχασμένη αγκαλιά αλλά πέφτω πάνω σε σπασμένους συνδετήρες και χαλασμένες μύτες μολυβιών που μένουν νεκρές στον πάτο τους.
Στάση σώματος αναπηρική. Σπατάλη ζωής μέσα σε στενές καμπίνες αυτοκινήτων και δωμάτια χωρίς αερισμό. Μαθαίνουμε να λιγοστεύουμε φορώντας μάσκες, υπακούοντας σε παράλογες προστακτικές. Κοβιντ. Παρασιτικός φόβος. Απώλεια ζωής, αγάπης, επαφής, μνήμης. Φεύγεις έρχεσαι και μένω πάλι το ίδιο ασάλευτη. Ούτε βήμα παραπέρα, μήπως και χάσω τον ίσκιο σου. Κολλημένη σε μια δυστοπία, σε μια αυταπάτη σε ένα άνοστο απόσπασμα που θέλω τόσο πολύ να ξεριζώσω, μα έπειτα σκέπτομαι πως δεν έχει ρίζες, σαν και μένα.
Τις Κυριακές που το φως μοιάζει με καραμελόχρωμα από Ουίσκι ανταμώνω με γνωστούς και αγνώστους σε ερείπια παλιών νοσοκομείων και ζωγραφίζω μορφές μεγάλης κλίμακας για να πω ότι υπάρχει ακόμα κάτι μέσα μου ζεστό. Ότι ακόμα ζω, έστω κι έτσι, έστω τόσο. Να! Δείτε.
Και επιστρέφοντας στη μεγάλη τζαμαρία του σαλονιού αρπάζω τα κιάλια και ψάχνω πίσω από τα ηλιοβασιλέματα να βρω τους εξολοθρευτές μας πίνοντας
Palermo gin μέχρι το ξημέρωμα. Και οι εξολοθρευτές, που ακόμα δεν μας συστηθού, βρίσκονται κάπου πίσω από την καμπύλη της Σαλαμίνας και τις αιχμές της Αίγινας, ξαπλωμένοι ή ορθοί και μας παίρνουν αυτά που αγαπάμε. Μας τυραννούν με ανεργίες, αρρώστιες άσχημες, ατυχίες, κενά μνήμης, αιφνίδιους θανάτους και ανισότητες, χωρις πάντα κάποιον λόγο και αιτία.
Δεν υπάρχουν Άγιοι, όπως κάποιοι λένε, ούτε θεοί, ούτε καν οι δικοί μας αποθανόντες που και καλά πάντα θα κοιτάξουμε από κει ψηλά ή από κάπου παραπέρα. Είναι όλοι τους, εξολοθρευτές που δεν έχουν τα κότσια, ούτε καν να μας φανερωθούν, έτσι ώστε να ξέρουμε τι μας πολεμά για να το πολεμήσουμε.
Σούρουπο μαβί σαν συκώτι. Κουκάκι. Η γέφυρα στην πλατεία Κουντουριώτη μόλις φτιάχνεται. Θόρυβος και καυσαέριο μαζί με άλλες σπαστές μυρωδιές παλιάς ζωής με έντονο πατσουλί μπαίνουν από το μισάνοιχτο παράθυρο του πρώτου σπιτιού που έζησα. Ο αδελφός μου δεν έχει ακόμα γεννηθεί. Είμαστε όλοι νέοι και ζωηροί. Όλοι μέσα σε αυτό το μικρό όμορφο σπίτι και ρωμαλέοι. Αυτό που ήρθε να μας φάει,τότε δεν μας είχε πλησιάσει καν. Ο μπαμπάς παίζει φυσαρμόνικα στη ροτόντα του σαλονιού, η μαμά βάζει λακ στα μαλλιά της πίνοντας γκαζόζα. Από το μικρό τρανζιστοράκι ακούγεται το “ OH CAROL ”
Η γιαγιά στο ξεθωριασμένο δωμάτιο που κοιμόμασταν μαζί πλέκει ένα κασκόλ σε αποχρώσεις του μπλε. Ακούω ακόμα ξεκάθαρα τον ήχο που κάνουν οι βελόνες στις μικρές μετωπικές τους. Ακούω ακόμα την φυσαρμόνικα σα να είμαι εκει. Το πνιχτό γέλιο της μαμάς και τα κορναρίσματα από το δρόμο.
Ήταν Δεκέμβρης. Μόλις είχα συνειδητοποιήσει ότι είμαι εξωγήινος και κατάγομαι από τον Κρόνο και εκείνο το Χριστουγεννιάτικο δέντρο που στόλιζαν κάθε χρόνο οι γονείς μου δεν ήταν κάτι άλλο από το χαλασμένο διαστημόπλοιο που με έφερε ως εδώ. Έλα τώρα, όλοι το ξέραμε αυτό. Άλλωστε κάθε άνθρωπος κατάγεται από εκεί που αισθάνεται καλύτερα. Οι ρίζες είναι για τα φυτά.
Προχωράμε.
4 σχόλια:
και επέστρεψες για όλα τα καλά παιδιά σα δώρου πρόωρο :)
ετσι ακριβως...προχωραμε
Είμαι ο κολαζ-μένος LoSt fOoTaGe fOuNd (https://i.postimg.cc/nhMKTw9N/cronos.gif) της ψηφιακής αηδίας και πάσχω από ανο(η)σία στην ασθένεια της πραγματικότητας. Συνεχίζω να ζω σε ένα noclip reality backroom και δε θα ξεφύγεις ποτέ από μένα· 4 χρόνια αργότερα, σε κρατάω ακόμη από την κομμένη σου σιέλ ουρά. Οι κρόνιοι που πλησιάζουν είναι μια κάποια λύσις, so we all gonna die! Καλή κρονιά. ♄
You know who (il mio nome è Nessuno)
PS. If you can read this, you are drunk from those whiskey candies you ate.
τα φιλια μου νεσουνε και καλη χρονια...
Δημοσίευση σχολίου