
Αναπνέω, ζω και επικοινωνώ με το ανύπαρκτο. Στα όνειρά μου είναι πάντα καλοκαίρι. Καλογραμμένα λόγια, φούσκες από ανώνυμες τρόμπες που σκάνε στα πραγματικά μας μούτρα. Δίπλα μας πολλοί, μέσα μας κανένας όμως. Έβρεξε μόλις έξω και μύρισε το χώμα. Κάνει κρύο σήμερα. Γράφω σκέψεις και παρατηρήσεις. Ήδη σαν πουλόβερ που ξεχειλώνει η παλιά μου ζωή. Κοντεύει να εξατμιστεί κάτω από τα παλιά μπαλώματα των σεντονιών. Έκοψα ξανά τις άκρες των μαλλιών μου. Να φύγει από κει ότι παλιό σάπισε και με πλήγωνε βουβά. Τι πονάει περισσότερο άραγε το πλήγωνε ή το βουβά;
Σκέφτομαι αργά, σα να μπήκε μέσα στο μυαλό μου μια πορτοκαλί γιγάντια χελώνα. Κι έπειτα αναπολώ την δύση. Μεγάλη πληγή για τον ουρανό η δύση, άλλα την αποζητώ καθώς αυτή αυτοκαταστρέφεται μπροστά μου κάθε μέρα. Ίσως για αυτή την φωτιά στον ουρανό αξίζει να ξεπεράσω μερικά αδιέξοδα.
-Πως μοιάζει το σ αγαπώ σου;
-Μοιάζει με ανατολή που πνίγεται στους λιμνώδεις ομφαλούς του κόσμου.
Βράδυ αργά, πάντα με τις άσπρες μου σελίδες μπροστά, αθώα απειλητικές και κάπου εκεί στην κεντρική λεωφόρο οι τρέχουσες αγωνίες μιας Αθήνας που λογικά πρέπει τώρα να αλλάζει κανάλια. Βράδυ αργά και ο αέρας έξω μοιάζει να μισεί τα φυτά και την βεράντα μου. Μέσα από τα ξετρελαμένα κλαδιά της πικροδάφνης μόνο ο Υμηττός φαίνεται ακούνητος. Τραβάω με δύναμη τις κουρτίνες και χάνομαι στις άπειρες προστατευτικές γωνίες του σπιτιού μου. Στην τρυφερότητα του οικείου χώρου. Σβήνω τα καλοριφέρ και ρίχνω στα πόδια μου μια καρό εγγλέζικη κουβέρτα. Μέσα στο μυαλό μου είναι πάντα καλοκαίρι. Και η επόμενη μέρα είναι μια μέρα που με περιμένει στην στάση ενός παλιού λεωφορείου με έναν ήλιο μεγάλο και κίτρινο. Μια εβδομάδα ακόμα ο χειμώνας και γω αναπαύομαι πάνω σε θάλασσες που αφρίζουν και σκέψεις ζεστές για μακρινά ατελείωτα ταξίδια. Λευκά σύννεφα και πλατιά ξέφωτα του μπλε. Ο ουρανός ήταν πολύ ωραίος σήμερα. Η μέρα μεγαλώνει και οι ώρες του απογεύματος μοιάζουν με γάτες που τεντώνονται στην αντηλιά. Περνά η ζωή και μείς στην ίδια οδό μένουμε ακόμα και παλεύουμε. Γιατί έτσι πρέπει επιτέλους και γιατί τίποτα δεν μας χαρίζεται, ούτε με τόσο καλοκαίρι μέσα μας. Ούτε η τέχνη ούτε η αφύπνιση.
Και τελικά καλύτερα να με διαλύσει η πραγματική ζωή παρά η μη.