Από το πιο ψηλό σημείο της Άνδρου έβλεπα τους καπνούς της Εύβοιας. Μου ήρθε στο νου η άλωση της Τροίας κι έπειτα η καταστροφή της Σμύρνης και τελευταία, δεν ξέρω γιατί, η ναυμαχία της Σαλαμίνας. Στη θάλασσα κόσμος ριγμένος μέσα σε πλοία παρακολουθεί τις φλόγες να σαρώνουν τα πάντα. Μου’ ρθαν όλοι οι πόλεμοι που έχω διανύσει τηλεοπτικά με το βλέμμα μου. Τίποτα δεν έμοιαζε με αυτό. Αυτή η φωτιά είναι η φωτιά που βγάλαμε από μέσα μας. Αυτή η μεγάλη φωτιά είναι η φωτιά που έτσι κι αλλιώς μας ζούσε αιώνες τώρα και ξάφνου, κοίτα να δεις, κατάφερε να βγει από επιδέξιο χέρι δολοφόνου. Κατάφερε να ελευθερωθεί τρέχοντας πιο γρήγορα και από τον superman, Κύριε πρωθυπουργέ. Και κοίτα και μας, τρομοκρατημένους να περιμένουμε να μαθευτεί η αλήθεια. Το τρομοκρατικό χτύπημα,η αμερικάνικη νοοτροπία της φωτιάς,η καλή νεράιδα της al kaida έριξε λίγο παραπάνω πεταλουδόσκονη με το διώροφο ραβδάκι της και ιδού το αποτέλεσμα. Όλο το έθνος περιμένει τον superman ή έστω έναν Spiderman από δεύτερο χέρι για να σωθεί. Τι καναντέρ και πράσινα άλογα. Ζήτω ο σουρεαλισμός,ζήτω το ακαταλόγιστο,ζήτω το ανθρώπινο κατασκευαστικό λάθος. Ζήτω το πολίτευμα της Ελλάδας και η οποιαδήποτε κυβέρνηση που ρουφάει από το γάλα της κάθε πρώτη και τελευταία φορά. Είθε ο ουρανός να σκοτείνιαζε από τα βέλη μας που στόχο θα είχαν τα μεγάλα καθάρματα. Είθε να καίγονταν αυτοί και να έμπαιναν βαθιά στα έγκατα της γης. Μια για πάντα. Η σακούλα του αορίστου γέμισε πάλι με ανθρώπους, χωριά και καμένα δέντρα. Ο θάνατος υπάρχει μέσα σε ένα πυροσβεστικό σώμα,μέσα σε μια κομμένη μάνικα, μέσα σε 5 αυτοκίνητα που τρέχουν να σωθούν, κι εμείς ζούμε και τον ανασαίνουμε. Τον βάζουμε στα πνευμόνια μας σαν αποκαΐδι. Ξημέρωσε στο νησί,το φεγγάρι δεν τολμάει να χαθεί από το γαλάζιο ξέφωτο εκεί ψηλά. Ο Αέρας της Άνδρου μας τιμωρεί μαστιγώνοντας το πρόσωπο και τα κορμιά μας με καυτή άμμο. Με τον πόνο του αλυχτίσματος του. Ζω κάτω από την καυτή ανάσα μιας τρέλας που κάποιοι μου επέβαλαν ως μαυριδερή πραγματικότητα. Ξημέρωσε για τα καλά και λαβαίνω το πρώτο σου μήνυμα. «Καταχνιά θολούρα,κάπνα. Με τσούζουν τα μάτια μου. Όλη τη νύχτα ξάγρυπνη. Περιμέναμε να ξημερώσει, να σηκωθούν τα αεροπλάνα».Σου απαντάω,"Ποιο εύκολα θα ήταν να περιμέναμε τον superman" και το πιστεύω ακράδαντα αυτή τη φορά. Στο μεταξύ η Τροία απέναντι καίγεται και οι γυναίκες κατευθύνονται στα πλοία των Αχαιών, μέσα σε θρήνους. Από το βάθος βλέπουνε τις φλόγες της. Το παράλογο σε κάνει να σκέφτεσαι αν αξίζει τον κόπο να ζεις έτσι επειδή κάποιοι τρελάθηκαν για τα καλά.
Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε ένα δάσος παιδί μου. Θες να δεις πως ήταν τα πεύκα;Ξέρεις τι σημαίνει κορμός δέντρου, έχεις δει ποτέ;Καλά θα σου δείξω εγώ. Έλα πάρε το χαπάκι για το άσθμα σου,ξεκούρασε λίγο τον καταρράχτη των ματιών σου και θα σου συνεχίσω. Σε αυτό το μέλλον μπουκάραμε τα παιδιά μας,σας δίνω κομμάτι από την εικόνα του.
Κουράστηκα τομάρια,κουράστηκα. Βαρέθηκα να βλέπω επαναλήψεις με διαφορετικό καταστροφικό τελείωμα κάθε εποχή. Σιχάθηκα όλες τις λαμπερές καταστροφές αυτού του κόσμου. Τομάρια! Θέλω τον κόσμο που ερωτεύτηκα πίσω.
Σκοτώστε τους ιθύνοντες όποιοι κι αν είναι και αφού τους σκοτώσετε, δέστε τα νεκρά τους σώματα πίσω από τα άρματα σας και σύρτε τα γύρω από τα τείχη της Τροίας.