Όπως κάθε άνθρωπος έχω και γω και σέρνω τις νεραΐδες μου. Η μία γράφει , η άλλη ζωγραφίζει και η άλλη πίνει, πάντα πίσω από φαρδιές πλάτες στιβαρά φωτισμένες. Κάτι μυστήριες γυναίκες που με τα χρόνια κοντεύουν να γίνουν ξέφτια. Ξέφτι και γω με μάτια λοξά και μαλλιά αχτένιστα όπως εκείνοι εκεί οι φοίνικες στην παραλιακή. Είμαστε όλοι απλά σωματίδια, κάπου άκουσα. Επιπλέουμε εδώ κι εκεί, αιωρούμαστε στο χώρο και κανείς δεν ξέρει που βρισκόμαστε. Και μετά μια στο τόσο γίνεται το μπαμ. Συγκρουόμαστε και ξαφνικά για ίσως ένα λεπτό είμαστε πραγματικοί και μετά αρχίζουμε ξανά να επιπλέουμε σα να μην υπήρξαμε καν. Κάποτε πίστευα πως σημαίνουν κάτι αυτές οι συγκρούσεις. Τώρα όχι.
Ημέρες άδειας κι
έτσι όπως κάθομαι σιωπηλή με την φωτιά του τζακιού απέναντι βλέπω τις στρογγυλάδες του 18 σαν δυο τεράστιες ρόδες του χάμστερ που
δεν πρόκειται να μας πάνε πουθενά. Έπειτα
όμως με βλέπω να τις σπάω στην μέση, να τις φοράω βραχιόλια στον καρπό και να μιλώ
σα να μην τρέχει τίποτα για τα μάτια του
διπλανού μου, καθώς οι μέρες πάνε να μεγαλώσουν και κάποια γκλίτερ αισιοδοξίας με πιτσιλάνε.
Σα να ευωδίασε θυμίαμα το Σαββατόβραδο. Κάποτε πίστευα σε μένα. Τώρα πια όχι.
Θερινές παρεμβάσεις,
σαν χαστούκια δυνατά. Μνήμες παιδικές σκόρπιες με άρωμα λεμόνι. Ο τόπος που κατοίκησα
και αγάπησα περισσότερο, η παιδική μου ηλικία, πέθανε από το δάγκωμα του μαύρου
Σκορπιού. Και να εδώ σε αυτόν τον γκρεμό της τωρινής μου ζωής ακροβατώ με χάρη,
συγκλονιστικά ανέμελη προσδοκώντας το τέλος των σχέσεων. Κάποτε πίστευα στα νέα
ξεκινήματα. Τώρα πια όχι.
Τι μας περιμένει
κανείς δεν το ξέρει. Ξυπνάμε όπως οι μεθυσμένοι στα κράσπεδα της νύχτας. Υπάρχει
ένα βαθύ μπλε μεστωμένης άνοιξης στον ουρανό του Γενάρη κι ένα φως μεγαλύτερο
κι από τον ήλιο. Τραβάω όλες τις κουρτίνες. Κουμπώνω καλά την ζακέτα. Στις ανατολικές
παραλίες τα άγρια κύματα λένε για όλες τις καταιγίδες που περάσανε, που περάσαμε
που θα έρθουν να μας βρουν. Κάποτε πίστευα πως είμαι από αλλού φερμένη και οι
δυνάμεις μου ήταν ανέκαθεν υπερφυσικές.
Πως θα μπορούσα να σώσω, όσους αγαπώ από όλες τις κακοτοπιές και τις καταστροφές
που γευμάτιζαν μαζί μας. Πως ούτε γω θα κατέβαινα από το Σταυρό μου προκειμένου
να σωθώ. Τώρα πια όχι.
Ο σταυρός μου
είναι άδειος και γω χαμένη μαζί με τα μικρά μου σωματίδια σε άγρια βάθη. Στριφογυρνώ
σε μια πορτοκαλί ηλεκτρισμένη σύγκρουση. Καλή χρονιά σας.