Με κατάπιε η πόλη φέτος. Με αφομοίωσε μαζί με τις σταγόνες της βροχής της στα καρό πεζοδρόμια. Με πέταξε σε αποθήκες γεμάτες καπνό και σε γιορτές κρασιών.
Σε ευδαιμονικά στέκια και σε ανθρώπους που έσταζαν θέρμη. Με πήρε κάτω από τις ρόδες των ποδηλάτων της και με έκανε ένα ξεχειλωμένο σχέδιο που όλο και φαρδαίνει εκεί στην μικρή στροφή της παραλίας. Αλήθεια υπήρχαν ταινίες φέτος; Από τις αίθουσες πεταγόμουνα έξω λες και έπαιρναν φωτιά οι καρέκλες. Καμιά ταινία δεν μου φάνηκε καλή, εκτός από κάποιες εξαιρέσεις, όλες οι υπόλοιπες ήταν να της γράψεις σε ένα DVD και να χοροπηδάς πάνω του με λύσσα.
Μια έτσι μια αλλιώς. Λίγος ύπνος. Πολλά ποτά αραιωμένα με πολύτιμες λέξεις. Κρατάω ακόμα την ψυχή μου γερά κοινωνώντας την στα υγρά φωτάκια της πόλης.
Το κινητό αναβοσβήνει άρρυθμα σαν χαλασμένο φανάρι που έσκασε στα χέρια μου μετά από ένα ατύχημα.
Σας κράτησα θέση. Είστε κοντά;* Πάλι έφυγα στα μισά της ταινίας δεν είχα άλλη υπομονή.* ίσως καταφέρω να σε δω Παρασκευή στο bliss*Ταπεινά συγγνώμη αλλά προέκυψαν απίστευτα απρόοπτα. Πέφτω ξερός με τύψεις απέναντι σας.* Έρχομαι λιμάνι για ταινία που είστε;* Ελπίζω την Παρασκευή να είμαι καλύτερα και να τα πούμε*Ανέβηκα Ζάννα να δω ταινία*Είμαι στον β εξώστη* Μπήκατε; *τρώμε μια κρέπα στο Λοκάντα. Σε κανένα μισάωρο θα είμαστε εκεί* Φαίνεται το βουνό από την πόλη ή το έχει καταπιεί το σύννεφο;* Ραντεβού στο «ενυδρείο»-μικρό χρυσόψαρο*Μπερδεύτηκαν όλα μα πιο πολύ οι ψυχές. Είναι πολλά που δεν ξέρεις.* Βλέπεις που ο Όλυμπος έχει τα πιο ξεχειλωμένα σύννεφα; Αραχνοΰφαντες ψυχές φυλακισμένες.* Χάρηκα έστω που σε έχασα για ένα βράδυ στην Σαλονίκη* Αγκαλιά!
Τρεις μέρες, τρεις στιγμές και μια μισή αλήθεια, να κρέμεται από την κορδέλα των μαλλιών σου.
«Μια βόλτα στην παραλία, ότι καλύτερο να κάνεις στην πόλη αυτή».
Και ο ήλιος εκείνη την Παρασκευή που το πες, έσκασε λες πιο κοντά από ποτέ πίσω από την πλάτη μας και ρόδισε ξανά τα χέρια και τα μάγουλα μας. Κι έμειναν οι άνθρωποι και πάλι με τα κοντομάνικα. Ξεδίπλωσαν όλα. Η βόλτα στην καμένη από την δύση παραλία. Ένας παρανοϊκός ουρανός που έμοιαζε θαρρείς με όλους τους ψεύτες αυτού του κόσμου που δεν παραδέχονται την αγάπη με τίποτα. Παρανοϊκός ουρανός ναι...στον χαρίζω. Και κάπως έτσι πέρναγαν οι βόρειες μέρες μου με μια υπόσχεση καλής ταινίας στο βάθος. Και συ όλο και πιο πέρα με μια φωτογραφική μηχανή στο χέρι αποτύπωνες κάθε στιγμή για τον βαρύ χειμώνα που θα έρθει μέσα μου. Έχεις σε εκείνο το ψηφιακό τετράγωνο όλα τα πρόσωπα όσων αγάπησα, τα μέρη που βρέθηκα,τους γλάρους που τάισα και τα χρώματα που έβαψαν το είναι μου.
Όσο για εσένα με τις λευκές κορυφές στα μαλλιά σου,πήρα από το χέρι την αισθηματική σου ηλικία κι έριξα τον παλιό σου εαυτό κάτω από τον Β εξώστη. Καλά έκανα πες το. Καλά έκανα που σε κράτησα με τις ώρες στην βροχή αφήνοντας σου μόνο στα χείλη ένα τσιγάρο άκαυτο κι ένα χαμόγελο στην οθόνη του κινητού σου. Περνάει ο καιρός σε όλες τις πόλεις. Και κάποτε όλα αντικρίζουν το βλέμμα της χλωμής επιστροφής.
Λίγο πριν κλείσω το φερμουάρ της βαλίτσας έριξα μια ματιά στο μεγάλο μου αντίο. Καθόταν στο πιο πολύχρωμο παγκάκι της πόλης με θέα όλα τα χρώματα της παραλίας, κάτω από τον ήχο των ζαλισμένων αεροπλάνων. Από αυτό κράτησα μόλις δυο ποδηλατίσιες σταγόνες ιδρώτα, λίγη κανέλα από σαλέπι, σάλια πάνω σε τσόφλια από μαύρα σπόρια και απομεινάρια χτεσινής βροχής.
Απέναντι ο Όλυμπος και ο θρόνος μαζί αφήνουν ένα αχνό περίγραμμα σχεδόν κίτρινο μωβ στα επιπόλαια βλέμματα του κόσμου που βλέπει μέχρι εκεί αλλά δεν κοιτάει παραπέρα.
Χειμώνας ήρθε. Αγκαλιά!
Δευτέρα, Νοεμβρίου 24, 2008
Πέμπτη, Νοεμβρίου 13, 2008
ΕλΑύΝω
Ελαύνω με εκείνη την σκιά ανάμεσα στα μάτια και το ακραίο σκότος που λούζει τα μέσα μου τοπία. Μαζί με τον κάποτε σκληρό και ακραίο μήνα στα μισά του.
Ελαύνω με μια ευχή και μια κατάρα. Ότι διαλέξεις θα σου αφήσω.
Ελαύνω με μισό βαθμό μυωπίας λιγότερο και με κάτι τακούνια που τεμαχίζουν κάθε νύχτα σε χίλια παρτάλια.
Ελαύνω με μνήμη μηδέν και άδειους τους σκουπιδοτενεκέδες μου. Με μια φορτισμένη αγκαλιά σαν σούπερ νόβα να τρέχει παράλληλα με τα σύννεφα που θα φέρω μαζί σαν ακολουθία. Με μια πικρή θάλασσα αποκεφαλισμένων χρυσανθέμων στο στόμα. Και χαμηλά βαρομετρικά μέσα μου. Χιόνισε κι όλας στις κορυφές μου.
Η παλιά μου ερωμένη με το στριφτό τσιγάρο στο στόμα θα με περιμένει μέσα από ανήλιαγα στενά να φιληθούμε. Να την κρατήσω για λίγο στην αγκαλιά μου κι έπειτα να χαθώ μαζί με τα σκοτάδια μου στις τσέπες του φεστιβάλ που λαχταρώ. Η παλιά μου ερωμένη είναι η πόλη σας. Είναι αυτή που άφησα να αγγίξει απαλά με το δάχτυλο τον εξωτερικό φλοιό της καρδιάς μου ενόσω χτυπούσε.
Γιασεμί ακόμα. Θα φέρω την μυρωδιά του μαζί μου. Να στην αφήσω.
Έξω από το bliss. Ένα ματσάκι από κάτασπρα γιασεμιά του δικού μου Μαγιάτικου Νοέμβρη.Bliss me bliss me If you dare. Εκεί σε αυτό το στέκι θα κρύβομαι και θα σκορπάω τα μέσα μου φύλλα. Στον καταρράκτη της σκάλας που ψηλώνει θα ευδαιμονίζομαι και θα βουτάω τα πόδια μου σε μικρές αλκοολούχες λίμνες ακουμπισμένη στον κόκκινο παστέλ βράχο του bar. Έτσι εγώ. Μέσα εκεί με φωτιά αναμμένη γύρω από τα πλατιά χαμόγελα των κοριτσιών. Ποιος θα με νανουρίσει και ποιος θα μου χαρίσει πρώτος την αγκαλιά του;
Και λίγο πριν την αναχώρηση έμαθα πια να κλείνω τους διακόπτες, να διαγράφω το σύμπαν και να εξαφανίζομαι σχεδόν αμέσως υπό τη σκιά του περιβάλλοντος σκότους περιμένοντας το σινιάλο από το πρώτο φως της μέρας.
Και εύχομαι φεύγοντας να μην έχω συναντήσει τους άρρωστους επιδρομείς.
Τους δίχως μάτια, μνήμη, και ψυχή επιδρομείς. Την μάστιγα του κόσμου.
Ελαύνω με μια ευχή και μια κατάρα. Ότι διαλέξεις θα σου αφήσω.
Ελαύνω με μισό βαθμό μυωπίας λιγότερο και με κάτι τακούνια που τεμαχίζουν κάθε νύχτα σε χίλια παρτάλια.
Ελαύνω με μνήμη μηδέν και άδειους τους σκουπιδοτενεκέδες μου. Με μια φορτισμένη αγκαλιά σαν σούπερ νόβα να τρέχει παράλληλα με τα σύννεφα που θα φέρω μαζί σαν ακολουθία. Με μια πικρή θάλασσα αποκεφαλισμένων χρυσανθέμων στο στόμα. Και χαμηλά βαρομετρικά μέσα μου. Χιόνισε κι όλας στις κορυφές μου.
Η παλιά μου ερωμένη με το στριφτό τσιγάρο στο στόμα θα με περιμένει μέσα από ανήλιαγα στενά να φιληθούμε. Να την κρατήσω για λίγο στην αγκαλιά μου κι έπειτα να χαθώ μαζί με τα σκοτάδια μου στις τσέπες του φεστιβάλ που λαχταρώ. Η παλιά μου ερωμένη είναι η πόλη σας. Είναι αυτή που άφησα να αγγίξει απαλά με το δάχτυλο τον εξωτερικό φλοιό της καρδιάς μου ενόσω χτυπούσε.
Γιασεμί ακόμα. Θα φέρω την μυρωδιά του μαζί μου. Να στην αφήσω.
Έξω από το bliss. Ένα ματσάκι από κάτασπρα γιασεμιά του δικού μου Μαγιάτικου Νοέμβρη.Bliss me bliss me If you dare. Εκεί σε αυτό το στέκι θα κρύβομαι και θα σκορπάω τα μέσα μου φύλλα. Στον καταρράκτη της σκάλας που ψηλώνει θα ευδαιμονίζομαι και θα βουτάω τα πόδια μου σε μικρές αλκοολούχες λίμνες ακουμπισμένη στον κόκκινο παστέλ βράχο του bar. Έτσι εγώ. Μέσα εκεί με φωτιά αναμμένη γύρω από τα πλατιά χαμόγελα των κοριτσιών. Ποιος θα με νανουρίσει και ποιος θα μου χαρίσει πρώτος την αγκαλιά του;
Και λίγο πριν την αναχώρηση έμαθα πια να κλείνω τους διακόπτες, να διαγράφω το σύμπαν και να εξαφανίζομαι σχεδόν αμέσως υπό τη σκιά του περιβάλλοντος σκότους περιμένοντας το σινιάλο από το πρώτο φως της μέρας.
Και εύχομαι φεύγοντας να μην έχω συναντήσει τους άρρωστους επιδρομείς.
Τους δίχως μάτια, μνήμη, και ψυχή επιδρομείς. Την μάστιγα του κόσμου.
Τετάρτη, Νοεμβρίου 05, 2008
ΜαΓιΑτΙκΟσ ΝοΕμΒρΗσ
Κρατάει ακόμα η ζέστη. Ακόμα να μπαγιατέψει το φως του καλοκαιριού.
Δεν καταλαβαίνω,έχει απορυθμιστεί η εποχιακή μου πυξίδα. Αφαιρώ απαλά με το μαχαίρι την φλούδα ενός μήλου. Βάζω με δύναμη τα δόντια μου μέσα στην λευκή του σάρκα και κάνω μια ευχή. Ξανά από την αρχή. Αναδόμηση κυττάρων και ιστών. Δεν κωλώνω πουθενά. Δεν φοβάμαι τίποτα. Μόνο αυτό μου πάει έτσι κι αλλιώς.
And there's no rhyme or reason/ I'm changing like the seasons/ Watch! I'll even cut off my finger/ It will grow back like a Starfish!
Έξω το θερμόμετρο δείχνει 30 βαθμούς. Μεσημεράκι Δευτέρας. Μπαίνω στην τράπεζα. Το air-condition στο full.Όσο στέκομαι στην ουρά παρατηρώ τον κόσμο γύρω μου. Όλοι σχεδόν ντυμένοι με κοντομάνικα και πέδιλα στα πόδια. Ξανά. Κάποιοι με βερμούδες και καπέλα. Τα μπράτσα αρχίζουν να ροδίζουν. Ξανά. Ο ιδρώτας γλιστράει στο πίσω μέρος του αυχένα. Ξανά. Σα να μπαίνουμε σε ένα επαναληπτικό καλοκαίρι. Η γεύση της θάλασσας μέσα μου παλεύει να με τραβήξει όλο και πιο βαθιά. Κοιτάω το ρολόι του τοίχου. Μια και δέκα. Νοέμβρης λέει το ημερολόγιο τοίχου της τραπέζης. Κάποιος μας κάνει πλάκα. Όλα πια είναι μια τρέλλα.
- Πες μου τι ευχή έκανες όταν δάγκωσες το μήλο.
- Δεν θα σου πω. Μπορεί να είναι από εκείνες τις ευχές που σκάνε σαν φούσκα μόλις χωρέσουν στον λόγο.
It's true I always wanted love to be Hurtful/ And it's true I always wanted love to be
Filled with pain,
Ανοίγω δρόμο στην μοναδική μου αλήθεια. Είναι μια εποχή περίεργη αυτή. Στενάχωρη. Με άπειρα μισά. Τίποτα δεν φτάνω όσο κι αν απλώσω το χέρι.
Υπάρχω κάπου, αλλά που. Στην χώρα του πουθενά και ούτε. Σπάνε επικίνδυνα τα φτερά στο πουθενά. Κοστίζει ακριβά τέτοιο πέταγμα. Ακριβά και όσα λείπουν. Άπειρα μισά. Οι νύχτες έξω Μαγιάτικες. Απίστευτες νύχτες, πυκνές σαν παχύρρευστος βυθός με κίτρινα φώτα.
And bruises….
Αρχές Νοεμβρίου 2008.Βράδυ με ένα φεγγάρι μισό και αυτό, σαν φέτα μανταρίνι με φώσφορο. Κάθομαι έξω μαζί σου πίνοντας βότκες Μαρτίνι και νοιώθω ότι το κάνω πρώτη φορά. Πρώτη φορά βότκα με παγάκια τον Νοέμβρη και ιδρωμένες ρίζες μαλλιών από το περπάτημα. Σαν να ήρθα μόλις στην γη. Τώρα, πρώτη φορά. Νοέμβρη με κοντομάνικο έξω σε μικρά αυτοσχέδια καθίσματα, όπως τα καλοκαίρια. Όλα πια είναι μια τρέλλα. Και αυτή η νύχτα τόσο γλυκιά σαν ψέμα. Σαν σύντομη πρωταπριλιά, δηλαδή σαν την ζωή σου όλη.
And it's true I always wanted love to be filled with pain,
Στέλνω τις λέξεις μου εδώ κι εκεί. Ποτισμένες με το αίμα των άστρων. Ένα μυστικό την φορά. Με τις λέξεις μου όλα τα κάνω. Χτίζω, γκρεμίζω, σκαρώνω, γίνομαι, ξεγίνομαι, ανήκω, δεν ανήκω. Μέχρι κάποτε, πάνω σε μια τελεία μαζί τους, να τελειώσω και γω.
And bruises….
Έχω απλώσει τα απόνερα από κάθε μπαγιάτικη σκέψη σου στο νιπτήρα της κουζίνας και βουτάω μέσα το κεφάλι. Το βγάζω μόνο όταν κόβεται η ανάσα. Μέχρι τέρμα.
Υπερβατικά ομορφαίνει η ζωή μας.
I am very very happy/ So come on hurt me/ I'll grow back like a Starfish!
Περιμένοντας τα άπειρα μισά να γίνουν ολόκληρα και το χάος πιο χάος ακόμα.
Ωραία πράγματα συμβαίνουν, ναι!
I'll grow back like a Starfish!
Ελαύνω στην πόλη του Βορά. Μην το ξεχάσω. Ελαύνω στο γαλακτώδες φως της και στις ιαχές του φεστιβάλ. Ακόμα τραβάς τα ξεσκίδια μου σαν λυσσασμένο σκυλί. Εγώ όμως αρνούμαι να σε δω. Κι από κοντά μια θλίψη με κόκκινα μαλλιά κάτι μου σιγοτραγουδάει.
I'll grow back like a Starfish! I'll grow back like a Starfish!
Έτσι ακριβώς.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)