Καθώς μπαίνουμε στον μεγάλο μήνα η έντονη αποφορά μιας αστείρευτης ζέστης με ναρκώνει. Πάνω που προσπαθούσα να επανασυστηθώ στον εαυτό μου. Με κλειδώνει, πάνω που πίστευα ότι ήμουνα διαμπερής. Μεγάλες συγκρούσεις ανασυνθέτουν την γεωγραφία των φυσικών μου οργάνων. Μικρά ατυχήματα, σπασμένες πόρτες, πνιχτά μουγκρητά τις μικρές ώρες κάποιου Σαββάτου. Χρειάζεσαι χρόνο για να επανασυστηθείς στον εαυτό σου. Χρειάζεσαι μοναξιά και αποστασιοποίηση. Χρειάζεσαι ιώδιο, αλάτι και μια μεγάλη παρέα που αναδομείται κάθε βράδυ. Χρειάζεσαι την κόλαση των άστρων και τα πρωινά τους εγκαύματα. Χρειάζεσαι μια μεγάλη ανοιχτωσιά για να ζωγραφίσεις τις γραμμές της ζωής σου από την αρχή, μα πιο πολύ χρειάζεσαι εσένα. Θυμάμαι κάποτε μου είχες πει πως για νάρθουν τα πάνω, κάτω, πρέπει να είσαι παρών. Και γω κάθε Αύγουστο είμαι εδώ. Ολόκληρη. Ποτίζω τα λουλούδια στην βεράντα και περπατώ ξυπόλητη στα νερά. Συνομιλώντας με τα άνθη γίνεσαι σοφός. Τρώω φρούτα ζουμερά κάτω από το φεγγάρι και λερώνω τις φανέλες μου. Μια αστρική εκτυφλωτική συνουσία του σύμπαντος συντελείται. Ας μη καταργήσουμε και τα μάτια μας.
Η αρχή μιας επανάληψης καραδοκεί μέρα μεσημέρι και με αναγκάζει να γίνομαι καθημερινή, στους ίδιους γνώριμους και ασήμαντους ρυθμούς. Η θάλασσα μέσα μου κουνάει τις μικρές βαρκούλες που έχω δέσει. Ακούω το κύμα στα αυτιά μου. Η Σχοινούσα μού υπόσχεται νέο ραντεβού στα τέλη του μήνα καθώς το φεγγάρι θα βάζει όλα τα κουράγια του να γίνει αυγουστιάτικο. Και όλα λιώνουν κάτω από τον ήλιο μιας μεγάλης ανισσοροπίας, όταν ξάφνου μια φωνή τόσο γνώριμη με απουσία 20 χρόνων χαϊδεύει την σιωπή του δωματίου μου. Το τηλέφωνο γίνεται πάλι αναλογικό, κινητά δεν υπάρχουν, ούτε μετρό, ούτε κρίση, ούτε υπολογιστές, ούτε facebook.Υπάρχει μόνο ένα αγόρι και ένα κορίτσι 23 χρόνων και μια μεγάλη αγάπη που δεν έσβησε ποτέ. Δίπλα στα άσχημα σαν ένας χάρτης από θάλασσα και βουνά, που κανείς άλλος δεν τον έχει παρά μόνο εμείς. Ξαπλωμένη ύπτια και μέσα από τηλεφωνικά παράσιτα ακόμα τον αναγνωρίζω, σχεδόν τον αγαπώ όπως τότε. Τόσα πρόσωπα φορέσαμε, τόσες εκδοχές και ακόμα οι ίδιοι. Θα μου πεις η ψυχή του ανθρώπου δεν αλλάζει. Μονάχα η ζωή του.
….κι εσύ να επιμένεις ότι σου χάρισα τον κόσμο όλο!
Η αρχή μιας επανάληψης καραδοκεί μέρα μεσημέρι και με αναγκάζει να γίνομαι καθημερινή, στους ίδιους γνώριμους και ασήμαντους ρυθμούς. Η θάλασσα μέσα μου κουνάει τις μικρές βαρκούλες που έχω δέσει. Ακούω το κύμα στα αυτιά μου. Η Σχοινούσα μού υπόσχεται νέο ραντεβού στα τέλη του μήνα καθώς το φεγγάρι θα βάζει όλα τα κουράγια του να γίνει αυγουστιάτικο. Και όλα λιώνουν κάτω από τον ήλιο μιας μεγάλης ανισσοροπίας, όταν ξάφνου μια φωνή τόσο γνώριμη με απουσία 20 χρόνων χαϊδεύει την σιωπή του δωματίου μου. Το τηλέφωνο γίνεται πάλι αναλογικό, κινητά δεν υπάρχουν, ούτε μετρό, ούτε κρίση, ούτε υπολογιστές, ούτε facebook.Υπάρχει μόνο ένα αγόρι και ένα κορίτσι 23 χρόνων και μια μεγάλη αγάπη που δεν έσβησε ποτέ. Δίπλα στα άσχημα σαν ένας χάρτης από θάλασσα και βουνά, που κανείς άλλος δεν τον έχει παρά μόνο εμείς. Ξαπλωμένη ύπτια και μέσα από τηλεφωνικά παράσιτα ακόμα τον αναγνωρίζω, σχεδόν τον αγαπώ όπως τότε. Τόσα πρόσωπα φορέσαμε, τόσες εκδοχές και ακόμα οι ίδιοι. Θα μου πεις η ψυχή του ανθρώπου δεν αλλάζει. Μονάχα η ζωή του.
….κι εσύ να επιμένεις ότι σου χάρισα τον κόσμο όλο!