Παρασκευή, Ιανουαρίου 09, 2015

jAnUaRy FoOtAgE


Έχω καιρό να ακούσω τα μελίσματα των πουλιών. Σα να ήταν δεκαετίες χειμώνας. Προχτές βράδυ βρέθηκα μέσα σε μια νευριασμένη χιονοπομπή. Στα διόδια της αττικής οδού το χιόνι είχε κάνει ένα λευκό χαλί στο δρόμο. Νιφάδες χοντρές σκάγανε με θόρυβο στο παρ μπριζ του αυτοκίνητου μου σαν παγωμένα χαστούκια. Το καλοριφέρ στο φουλ. Μέχρι να φτάσω στην αγαπημένη ακινησία του Καρέα ότι χιόνι είχε μαζευτεί έλιωνε σιγά σιγά μοιάζοντας με δεκάδες χορεύτριες που έχαναν τις αισθήσεις τους μπροστά μου, πέφτοντας αθόρυβα ακρωτηριασμένες μπρος στα μάτια μου .Ακινησία. Το μόνο που μπορείς να δεις είναι το χιόνι και τα κόκκινα φώτα από τα stop των αυτοκινήτων. Ακινησία. Έχω να ταξιδέψω πολύ καιρό. Τα λεφτά δεν περισσεύουν για τίποτα. Μόνο για πάγια, δόσεις, και έκτακτες εισφορές. Τα σεντόνια παλιώνουν μαζί με τα κουφώματα και την υγρασία στους τοίχους. Τα βιβλία αδιάβαστα και ριγμένα άτακτα πάνω στα τραπέζια, παραμιλούν. Τα βράδια ακούω τις προσευχές τους. Μπερδεύονται μαζί με τις δικές μου εκεί κοντά στο μικρό ξημέρωμα. Σε συναντώ επιστρέφοντας  από την Θεσσαλονίκη. Έχεις ομορφύνει πολύ. Τα νύχια σου μακριά και απεριποίητα γρατζουνάνε όλες τις πληγές που κοντεύουν να κλείσουν από τότε που μετανάστευσες. Το μωβ μολύβι στην κοιλάδα των ματιών σου μου θυμίζει τις παλιές μου συντεταγμένες. Το γκρι στους κροτάφους σου κάνει παράσιτα σε αυτά που θέλω να προλάβω να σου πω. Είμαι ακίνητη που λες και λυπημένη, όσο και αν εσύ επιμένεις  πως αυτό το μπλε του ουρανού της Αθήνας θα πρέπει να κηρυχθεί παράνομο και καταχρηστικό. Το αγνοώ. Με παρασέρνει το μαύρο και το κυανό του βυθού μου. Έχω πάψει να πατώνω πολύ καιρό πια. Και αυτό μάλλον συμβαίνει γιατί οι άνθρωποι κουβαλούν αβάσταχτα φορτία  συναισθημάτων που με βυθίζουν. Και η ανάσα μου όλο και λιγοστεύει για αυτό ξεκίνησα εισπνοές βράδυ –πρωί. Και ξέρεις, αυτή η αδηφαγία που υπάρχει στους ανθρώπους και τους συρρικνώνει, ακυρώνει όλα αυτά τα πολύτιμα υλικά που στοιβάξαμε για μια γερή κατασκευή ανάμεσα στις σχέσεις. Καμένη γη οι περισσότεροι. Αναλφάβητοι, μηδενισμένοι ,χωρίς παρόν. Και όσο το μεσημέρι προχωράει και ο χρόνος μας τελειώνει εγώ ακόμα ακίνητη σε εκείνον τον καναπέ, έχω σκάψει μια σπηλιά στην κοιλιά σου προσπαθώντας να κρυφτώ. Όχι από σένα, άλλα από την σφοδρή αυτή ακινησία που με καταδυναστεύει.
Και τίποτα δεν θα είναι ποτέ όπως πρώτα μιας και το φως έγινε πιο δυνατό και πιο πρόστυχο πια. Αφού οι στιγμές της δικής μου δημιουργίας καταργήθηκαν. Μιας και  λεφτά δεν υπάρχουν και οι διαδρομές μεγάλωσαν κι άλλο. Πλάτυναν οι αποστάσεις, ξεχειλώσαμε. Σπάνια αφουγκραζόμαστε .Ξεχνάμε διαρκώς τα πάντα, όχι όπως κάποτε που ξεχνούσαμε μόνο ονόματα και ημερομηνίες. Τώρα πια τα πάντα. Σε λίγο θα καταργήσουμε την μνήμη για να ανακουφιστούμε. Έχουν αλλάξει που λες γλυκιά μου πολλά από τότε. Η φιλμογραφία μου έγινε πιο επιλεκτική. Ο υπερευρυγώνιος φακός που χρησιμοποιώ  δημιουργεί μια έντονη ατμόσφαιρα αποξένωσης. Να θυμάσαι την αρχή της ζωής σου μου λένε διάφοροι. Θυμάμαι την δικιά μου αρχή μα με τα χρόνια γίνεται πιο εύκολο να την κοιτάζω παρά να την εξηγώ. Το επιτοίχιο ρολόι στην κουζίνα πάει πίσω δέκα λεπτά. Όλο  διορθώνω την ώρα κι όλο πάει πίσω. Μου δίνονται δέκα λεπτά κάθε μέρα επιπλέον και δεν ξέρω τι να τα κάνω .Ίσως ξεκινήσω την συλλογή από παλιές μου επιστολές, φωτογραφίες και σημειωματάρια και φτιάξω ένα τιτάνιο κολάζ γεμάτο διαδρομές να ακολουθώ μπας και σωθώ. Να πιάσω πάλι τον μίτο .Δέκα λεπτά την μέρα επιπλέον στην διάθεση μου για να βελτιωθώ. Η τέχνη ενάντια στον χρόνο.

Πριν φύγεις ξανά άσε μου το μωβ μολύβι των ματιών σου. Θα πάω να βάλω σταυρό στον υποψήφιο της επιλογής μου με αυτό.