Ο Φλεβάρης, αγαπημένος μήνας μου, παραμονεύει πίσω από αποκριάτικες στολές και ψυχοσάββατα. Γελάει δυνατά μέσα στα αφτιά μου έχοντας στα κίτρινα μάτια του το αποκριάτικο στίγμα και στους κήπους του τις μισανθισμένες αμυγδαλιές. Μετακομίζω το σαρκίο μου δίπλα στην θάλασσα. Μαζεύω ήλιο στην πλάτη και άμμο ψιλή στις σόλες των παπουτσιών μου. Πετραδάκια σε σχήμα καρδιάς απλωμένα παντού. Τα βάζω σαν κλέφτης γρήγορα-γρήγορα στην τσέπη του μπουφάν μου.
Στις χειμωνιάτικες νύχτες ξεπετάγονται που και που κάτι ανοιξιάτικα αποσπάσματα που κάνουν αφόρητη την ερημιά. Φαίνεται στην συγχυσμένη κόρη των ματιών μας. Πίσω από το τζάμι οι νιφάδες λιποθυμούν κάτω από τα φώτα του δρόμου. Τα μουδιασμένα πρωινά βάζω στο repeat κάτι ξεθωριασμένα κομμάτια της Greco. Ζεστός ελληνικός με μέλι. Εφημερίδες στο τραπέζι της κουζίνας. Άνοιξα τα μάτια μου σήμερα και ήταν όλα λευκά. Το χιόνι έχει καλύψει τα πάντα με αυτή την φοβερή σιωπή του. Μου είχε τόσο λείψει. Οδηγώ στην Αττική οδό. Οι μέρες της μαρμότας. Μέσα μου λέω ένα μουσικό δίστιχο εδώ και κάτι μήνες. Πάει κάπως έτσι. «Ρίξτε την κυβέρνηση. Να φανεί ο κάμπος από πίσω». Όλο έτσι λέω. Εμμονή μου έγινε πια. Ρίξτε την.
Μπαινοβγαίνω στα βαγόνια του μετρό. Παρατηρώ εξονυχιστικά τον κόσμο. Πλάθω ιστορίες. Κατεβαίνω με πακιστανές και ρουμάνες μέχρι τις κεντρικές λεωφόρους. Καταπίνω τους ήχους της Αθηναϊκής μητρόπολης και μπερδεύομαι στο πλήθος. Κυνηγάω το φως. Το μαζεύω. Συλλέγω μπόλικη σεροτονίνη για να έχω κάμποσες ουγκιές διάθεσης στους επόμενους μήνες. Μέχρι την άφιξη της. Εποχιακή συναισθηματική διαταραχή.
Κάπου μέσα στο βάθος της ρωγμής μου το γαλάζιο άρωμα των ζουμπουλιών, η βραχνάδα στην φωνή της και τα κατάμαυρα μάτια της μεταφέρουν παραισθησιογόνες ουσίες στον αποκριάτικο ψυχισμό μου. Φάσεις είναι. Στάδια που περνάμε σαν τις ιώσεις που έρχονται και φεύγουν. Θα έρθουν και καλύτερα. Και χειρότερα. Και πάλι καλύτερα. Όλα έχουν ένα τέλος.
Σήκωσα το βλέμμα μου στον μενεξεδένιο ουρανό κι ένα παλιό αεράκι άγγιξε τα βλέφαρα και έκανε την μνήμη να σκορπίσει ξανά. Στο ανθοπωλείο της γειτονιάς μου έφεραν τις πρώτες αμυγδαλιές κύριε Γεώργιε Δροσίνη.