Τα μάτια σου είναι πράσινα. Ακολουθούν τα σύννεφα. Από πίσω μας η χώρα καταρρέει σε αργή κίνηση. Δεν θέλω να μου κρατήσεις το χέρι, ούτε να μου χαϊδέψεις τα μαλλιά. Θέλω μόνο να κοιτάμε τα σύννεφα περπατώντας ο ένας δίπλα στον άλλο. Το έδαφος υποχωρεί λίγα χιλιοστά κάτω από τα πόδια μου κι ένα πορτοκαλοκίτρινο ωστικό κύμα ετοιμάζεται να σκάσει πίσω μου. Αλλά έλα ας συνεχίσουμε να κάνουμε όνειρα. Αυτά δεν θα μας επιβάλουν ποτέ κανένα τέλος επιτηδεύματος. Δεν θα μας βλάψουν ποτέ. Με αυτά πια μπορούμε να βρεθούμε σε νέες γεωγραφίες, να μιλήσουμε καινούργιες γλώσσες να ερωτευτούμε εξωπραγματικά πρόσωπα και λάγνα σώματα χωρίς λεκέδες κακομοιριάς, να πάρουμε σπίτια, αυτοκίνητα, να φάμε πλουσιοπάροχα, να αγαπηθούμε, να γεννήσουμε παιδιά και όχι τέρατα, να ζήσουμε μια ζωή σε μικρά κομμάτια κι έπειτα μιαν άλλη και να την ξεχάσουμε χωρίς πόνο. Έλα ας κάνουμε όνειρα τώρα που η χώρα ανατινάζεται και η θλίψη έβαλε το πανέμορφο μωβ της φόρεμα και σουλατσάρει. Έλα τώρα που ακόμα μπορούμε και παράγουμε ανεξέλεγκτα όνειρα μέσα από το βλέμμα του άλλου, μέσα από μια σουρεαλιστική οπτική και μια παραμυθένια προσέγγιση που θα ξαφνιάσει όλα τα μίζερα και σκοτεινά πλάσματα που κρατούν τους σταυρούς στο χέρι .Σκοτεινά σαν εκείνες τις γωνίες της ντουλάπας μου. Ας προκαλέσουμε το σάστισμα έτσι για να ξεχαστεί λίγο το φαρμάκι του κόσμου και ας φαρδύνουμε τα ρούχα μας για να αναπνέουμε καλύτερα. Ας γίνουμε πάλι φυσικοί χωρίς πολλά αξεσουάρ και φτιασίδια, όπως είναι τα παιδιά. Ας κρατήσουμε μόνο τα απαραίτητα και τους απαραίτητους. Οι άλλοι μπορούν να πάνε στο καλό, η στο διάολο εξαρτάται που χωράνε. Ας πληρώσουμε με ανεξέλεγκτη παράγωγη ονείρων τα χρέη μας και ας κάνουμε ένα κλικ πιο αριστερά στην χαριτωμένη τρέλα. Εκείνη των παραμυθάδων που βλέπουν και διηγούνται πράγματα που δεν υπάρχουν ,αλλά όταν τους ακούς θα έπαιρνες και συ όρκο πως κάπου τα πήρε το μάτι σου.
Αγκαλιαζόμαστε κάτω από τα σύννεφα που αφήνουν εκείνα τα αναγεννησιακά ξέφωτα γαλάζιου. Σου ψιθυρίζω ερωτόλογα. Στο λευκό αδύνατο μάγουλο σου γένια 3 ημερών. Είσαι τόσο νέος που θέλω να σε αφήσω τρέχοντας, όμως τα μάτια σου είναι πράσινα και είναι τόσο παρήγορο αυτό μέσα στο μαύρο σκοτάδι των δικών μου που αρχίζω και κλαίω στον ώμο σου.
-Τι έχεις; με ρωτάς .Ο κόσμος έχει αρχίσει και κατεδαφίζεται κανονικά. Σκόνη παντού.
-Ζούμε όπως ακριβώς ονειρευόμαστε, μόνοι, σου λέω, και ξαφνικά ο ουρανός από πάνω μας γίνεται σκέτη κόλαση.